(αποσπάσματα απ' το βιβλίο του Αχιλλέα Παπαϊωάννου: Η απαγορευμένη εικόνα)
...Γίνεται διάλλειμα. Ξαναμμένος ο κόσμος κατευθύνεται και από τις δυο πλευρές της αίθουσας προς τον μπουφέ για αναψυκτικά και παγωτά. Ο Ζαχαριάδης με προσποιητή απάθεια, κάθεται κοντά στη σκηνή του θεάτρου. Πλάι του ο Βλαντάς, ο Πονομαριώφ και άλλοι. Ο Σαάκοφ, αρκετά ζωηρός και εκφραστικός, με μια ψεύτικη ζωγραφιά λύπης στο πρόσωπό του, αρκετά προκλητικός, θέλει να εκφράσει τη λύπη του στον Ζαχαριάδη για όσα συμβαίνουν στην Τασκένδη. Σηκώνεται απότομα και κατευθύνεται στο μπουφέ. Εκεί συναντά τον συνεργάτη του Λουγβινένκο και ανταλλάσσει μερικές κουβέντες μαζί του. Οι εκφράσεις τους σοβαρές. Παραγγέλνουν δυο παγωτά, τα παίρνει ο Λουγβινένκο, τα κρατά λίγο στο χέρι και τελικά τα δίνει στο Σαάκοφ. Ο Σαάκοφ κρατά το ένα στο δεξί του χέρι και αρχίζει να το γεύεται και το άλλο, στο αριστερό, και κατευθύνεται προς τον Ζαχαριάδη. «Νικολάι Νικολάγεβιτς προσιού» και του προτείνει το αριστερό παγωτό. Ο Ζαχαριάδης τον κοιτάζει σοβαρά. Ο Σαάκοφ επιμένει προτείνοντας το παγωτό. Ο Ζαχαριάδης μένει ασάλευτος και καρφώνει το βλέμμα του στον Σαάκοφ. Τον κοιτάζει επίμονα. Ο αρμένιος αξιωματούχος επιμένει γλείφοντας με λαιμαργία το δικό του χωνάκι: «Νικολάι Νικολάγεβιτς προσιού οσβεζιάιτες». Επιτέλους ο Ζαχαριάδης του απαντά ψυχρά: «κούσιαντε να ζνταρόβιε» (φάτε στην υγειά σας) και ανοίγει την «Πράβντα» για να τον ξεφορτωθεί. Ο Σαάκοφ αποτελειώνει το δικό του παγωτό και το άλλο δεν το αγγίζει ούτε το προσφέρει σε κάποιον άλλο. Όταν αρχίζει να λειώνει και να στάζει στο πάτωμα, σηκώνεται απότομα και κατευθύνεται στον Λουγβινένκο στον μπουφέ. Ο τελευταίος ανοίγει βιαστικά μια εφημερίδα, το τυλίγει καλά και το ρίχνει στον κάδο των σκουπιδιών. Ο Σαάκοφ πηγαίνει στο νιπτήρα και πλένει για πολλή ώρα τα χέρια του με σαπούνι. Το κουδούνι του θεάτρου για την επανάληψη των εργασιών του αχτίφ έχει χτυπήσει προ πολλού. Αργοπορημένος ο Σαάκοφ πιάνει τη θέση του και παραμένει εκεί ως το τέλος της σύσκεψης. Αργότερα θα μαθευτεί ότι το παγωτό που ο Σαάκοφ προσέφερε στον Ζαχαριάδη περιείχε ισχυρή δόση στρυχνίνης που θα επέφερε ακαριαίο θάνατο στον αρχηγό του KKΕ.
Αλλά ποιος όμως τολμούσε τότε να μιλήσει.
Λίγες μέρες αργότερα, στις 23 Αυγούστου, συγκλήθηκε δεύτερο αχτίφ στελεχών στο θέατρο «Ναβαή» με αποκλειστική πρωτοβουλία των σοβιετικών και των ουζμπέκων καθοδηγητών. Η αίθουσα κατάμεστη και δίπλα στο Ζαχαριάδη, στο προεδρείο κάθονταν ο γραμματέας του ΚΚ Ουζμπεκιστάν Νιγιάζοφ, ο οποίος άνοιξε τις εργασίες της συνδιάσκεψης και απηύθυνε έκκληση για νηφαλιότητα και ψυχραιμία. Είπε καλά λόγια για την προσωπικότητα του Ζαχαριάδη, τον οποίο κατέταξε μεταξύ των σημαντικών στελεχών του παγκόσμιου κομμουνιστικού κινήματος.
Ο Ζαχαριάδης ενοχλήθηκε λίγο από τον έπαινο και αντέδρασε με ένα φευγαλέο χαμόγελο.
Πρώτος και καλύτερος στη σάλα ο συνταγματάρχης Σαάκοφ.
Καθόμουν στα μπροστινά καθίσματα, μαζί με άλλους συντρόφους μου.
Ακούγαμε το Νιγιάζοφ να δίνει το λόγο στον Ζαχαριάδη, ενώ την ίδια στιγμή τα αντιζαχαριαδικά στελέχη με επικεφαλής τον Δημητρίου ξεσήκωσαν μεγάλο οχλοβοή. «Θα μιλήσει πρώτα ο Ζαχαριάδης και μετά εσείς», επέμενε μπροστά σ' ένα πλήθος στελεχών που φώναζαν και χειρονομούσαν αδιάκοπα.
Παραλίγο τραγωδία
Ο Ζαχαριάδης στέκεται όρθιος στο προεδρείο. Κρατά ένα χαρτάκι με σημειώσεις. Διακρίνεται κάποια αγωνία στο πρόσωπό του.
Δεν είναι ο Νίκος που ανεβαίνει στο βήμα πάντα αεράτος και χαμογελαστός. Είναι σφιγμένος τώρα. Λες και ψυχανεμίζει κάποιον κίνδυνο. Ήξερε καλύτερα τώρα τι σημαίνει ΚΚΣΕ. Τι σημαίνει μυστικές υπηρεσίες, Κα Γκε Μπε. Παίρνει το λόγο. Βρίσκει τον εαυτό, το ανυποχώρητο πιστεύω στο σοσιαλισμό, όσο στραπατσαρισμένος και αν του φαίνεται αυτή τη στιγμή. Μιλάει και αναπτύσσει τις θέσεις του, κάνει την αυτοκριτική του και εξηγεί. Όλοι σωπαίνουν και ακούνε. Ένα λεπτό. Δεύτερο λεπτό, τρίτο λεπτό και ο Ζαχαριάδης έτοιμος να δώσει το περίγραμμα του κόμματος όπως το ονειρεύεται από εδώ και πέρα. Το κόμμα που θα λειτουργούσε κάτω στην Ελλάδα. Τίποτε δεν ακούγεται στην αίθουσα, μόνο η φωνή του Νίκου Ζαχαριάδη. Ξαφνικά όλα ανατρέπονται. Ένα βαρύ τούβλο διαγράφει το τόξο του πάνω από τα κεφάλια των συνέδρων και πέφτει με πάταγο, ξυστά δίπλα στον Ζαχαριάδη. Το τούβλο είχε ξεκινήσει από ψηλά από το θεωρείο με στόχο τον ομιλητή.
Ο Ζαχαριάδης προλαβαίνει και κάνει μια γρήγορη κίνηση. Γέρνει το κεφάλι του προς τα πίσω, ίσα-ίσα για να μην τον βρει το τούβλο κατακούτελα. Ακολουθεί και το υπόλοιπο σώμα του, ενώ το τούβλο πέφτει με πάταγο δίπλα και κυλώντας καταλήγει στα πρώτα καθίσματα.
Σε κλάσματα δευτερολέπτου η αίθουσα τινάχτηκε επάνω. Όρθιοι όλοι οι σύνεδροι μπροστά στα καθίσματά τους, ενώ μια βουερή κραυγή από το ξάφνιασμα αντηχούσε στη μεγάλη σάλα. Το βαρύ τούβλο είχε περάσει πάνω από τα κεφάλια τους, όλα μπορούσαν να συμβούν. Πανδαιμόνιο, διαμαρτυρίες και κραυγές «δολοφόνε», «εγκληματία» είναι η εικόνα που παρουσιάζει η αίθουσα του αχτίφ στελεχών. Παρά τη γενική αναστάτωση και το σοκ, κάποιοι είδαν τον δράστη να κατεβαίνει από το θεωρείο, έτρεξαν πίσω και τον αν αναγνώρισαν. Ήταν ο Ξενοφών Στράτος (Φώντας) από την Ήπειρο, «γνωστή φάτσα» σε πολλούς από εμάς. Πρόλαβε και έγινε άφαντος. Μόνο αργότερα μαθεύτηκε ότι η Kα Γκε Μπε τον φυγάδευσε νύχτα σε κάποια πόλη της Ρωσίας. Γύρισε στην Τασκένδη πολύ αργότερα, επαναπατρίστηκε, έζησε για λίγα χρόνια στη Θεσσαλονίκη και εκεί τελείωσε τη ζωή του.
Μετά το επεισόδιο με το τούβλο, η συνέλευση διαλύθηκε και ο κόσμος βγήκε από την αίθουσα κουβεντιάζοντας ανήσυχος για την επικίνδυνη και απειλητική τροπή που έπαιρναν τα πράγματα στην Τασκένδη. Κανέναν δεν αμφέβαλλε ότι ήταν μια ανοιχτή απόπειρα δολοφονίας κατά του Ζαχαριάδη και όλους μας έθλιβε που τη φρικαλέα αυτή πράξη την είχε αποτολμήσει έλληνας πολιτικός πρόσφυγας.
Ο Σαάκοφ δεν έδειξε την ενεργητικότητα που τον διέκρινε σε ανάλογες περιπτώσεις. Θα μπορούσε να συλληφθεί ο δράστης και να παραπεμφθεί σε δίκη για απόπειρα δολοφονίας. Αντίθετα, η ασφάλεια, της Τασκένδης τον προστάτευσε να μην πέσει στα χέρια των αγανακτισμένων πολιτικών προσφύγων και τον φυγάδευσε σε κάποια πόλη της απέραντης Σοβιετικής Ένωσης για να χαθούν τα ίχνη του. Οι ίδιοι οι σοβιετικοί που παρακολουθούσαν το αχτίφ στελεχών. έφυγαν κρυφά και αθόρυβα από την αίθουσα, αφήνοντας ασχολίαστο το συγκλονιστικό γεγονός.
«Στουμπίστε τον Νίκο»
Αλλά δεν ήταν μόνο η στρυχνίνη στο παγωτό και το τρομακτικό επεισόδιο με το τούβλο. Υπάρχει και μια τρίτη απόπειρα που οργανώθηκε εναντίον του Νίκου Ζαχαριάδη λίγο πριν αναχωρήσει από την Τασκένδη, στις 9 Σεπτέμβριου 1955, την ημέρα των αιματηρών γεγονότων...
Κατά την τελευταία επίσκεψή του στην Τασκένδη, από τις 12 Αυγούστου ως τις 9 Σεπτέμβρη 1955, η «ντάτσα» που του παραχωρήθηκε βρισκόταν στην τοποθεσία Γιαλανγκάτσ, περίπου 25 χιλιόμετρα έξω από την πρωτεύουσα του Ουζμπεκιστάν. Συνήθως στην ντάτσα αυτή φιλοξενούνταν ξένα κομματικά στελέχη που έφταναν στην Τασκένδη για κρατικές και άλλες υποθέσεις... Για τις μετακινήσεις του είχε παραχωρηθεί μια καφέ «Πομπέντα» που την οδηγούσε πάντα ο σοφέρ της Κομματικής Οργάνωσης της Τασκένδης, ο Ηλίας που ήταν γνωστός μου, μια και είχε υπηρετήσει στο τμήμα μου, στην 103η Ταξιαρχία, ως σύνδεσμος.
Στην «ντάτσα» όπου πήγαινε να διανυχτερεύσει ο Ζαχαριάδης, έβρισκε πάντα εκλεκτό βραδινό φαγητό, αλλά δεν άγγιζε τίποτε. Ούτε έπινε νερό από τις εσωτερικές βρύσες του διαμερίσματος. Το ίδιο συνέβαινε και στα γραφεία της ΚΟΤ, στην 7η πολιτεία, όπου εργαζόταν όλη την ημέρα. Ούτε έτρωγε ούτε νερό έπινε. Για νερό κατέβαινε στην αυλή όπου υπήρχε βρύση. Άνοιγε την κάνουλα και έπινε νερό με τη χούφτα του μέχρι να ξεδιψάσει. Για να γευματίσει δεν πλησίαζε ποτέ στο εστιατόριο. Με την καφετιά «Πομπέντα» και οδηγό του πάντα τον Ηλία, κατέβαινε στο κέντρο της Τασκένδης, στην Βρασκρεσέντγκαγια και αγόραζε μια εφημερίδα, την «Πράβντα Βοστόκα». Την έκανε χωνί και τραβούσε κατευθείαν σε ένα γεράκο Ουζμπέκο που πουλούσε «πιροσκί ωριλά» (ωτολαρυγγομύτες, όπως το λέγαμε εκεί), δηλαδή πιροσκί με γέμισμα από αλεσμένα αφτιά, λαρύγγια, μούρες και διάφορα εντερικά προβάτων. Η γεύση του πιροσκί ήταν απαίσια. Ο Νίκος έπαιρνε το πιροσκί του, έπιανε μια γωνιά, γύριζε την πλάτη του στον κόσμο και έτρωγε όρθιος.
Με αυτόν τον τρόπο έτρωγαν τα πιροσκί τους όλοι οι Ρώσοι που έμεναν στην Τασκένδη. Αυτή η μίμηση είχε σημασία για τη ζωή του Νίκου. Ό,τι δεν έτρωγε, το έκανε ένα τόπι με το χωνί της εφημερίδας και το έριχνε στο κάδο των σκουπιδιών. Έπινε νερό από κάποια εξωτερική, πάντοτε, βρύση με τη χούφτα του και τραβούσε για το γραφείο του στην 7η Πολιτεία, ή για την «ντάτσα» του όταν νύχτωνε.
Όλα τα παραπάνω για τα γεύματα του Ζαχαριάδη δεν τα ανέφερα τυχαία. Όταν αποφάσισε να φύγει για τη Μόσχα στη διάρκεια των επεισοδίων του Σεπτεμβρίου 1955, τότε που η Κα Γκε Μπε είχε ενεργοποιήσει ένα ακόμα σχέδιο για τη φυσική του εξόντωση, ο Ζαχαριάδης ειδοποίησε τον Νιγιάζοφ να του κρατήσει θέση στη νυχτερινή πτήση για Μόσχα. Νιγιάζοφ, που δεν έκρυβε τη συμπάθειά του για το Ζαχαριάδη, έσπευσε να τον ειδοποιήσει με απόλυτη μυστικότητα να μην φύγει με την «Πομπέντα» για το αεροδρόμιο. Θα του έστελνε το δικό του αυτοκίνητο, μια μαύρη λιμουζίνα «Τσάικα».
Παρά το γεγονός ότι τις αφίξεις και τις αναχωρήσεις του Ζαχαριάδη τις ρύθμιζε πάντα ο πανούργος συνταγματάρχης Σαάκοφ, αυτή τη φορά τα πράγματα έπρεπε να εξελιχθούν διαφορετικά. Ο Νίκος εφάρμοσε προσεχτικά όσα του παρήγγειλε ο γενικός γραμματέας του ΚΚ Ουζμπεκιστάν.
Κοντά στη 12η Πολιτεία υπήρχαν δυο-τρία πλινθόκτιστα σπιτάκια, μονόπατα κι' ασοβάτιστα. Σύμφωνα με το σχέδιο για την εξόντωση του Ζαχαριάδη, που το γνώριζαν μόνο ο Σαάκοφ, στενοί συνεργάτες του στην Κα Γκε Μπε και ενδεχομένως δυο ανώτερα στελέχη του ΚΚΕ (ποιοι ήταν αυτοί θα αποκαλυφθεί κάποια στιγμή), ο Ζαχαριάδης με την «Πομπέντα», θα περνούσε απ' τη στροφή του δρόμου Τσιρτσίκ-Τασκένδη κατά τη διαδρομή του προς το αεροδρόμιο, προς την κατεύθυνση της 12ης Πολιτείας, πολύ κοντά στα τουβλόσπιτα.
Εκεί μέσα είχαν τρυπώσει τρία άτομα με ρόπαλα στα χέρια με την εντολή να πεταχτούν μπροστά στην «Πομπέντα» όταν θα πλησίαζε στο σημείο της κρυψώνας τους, να τη σταματήσουν και να σύρουν έξω δια της βίας τον οδηγό Ηλία και το Ζαχαριάδη. Θα τους πήγαιναν λίγο πιο κάτω, εκεί που άρχιζε ο κάμπος. Το λόγο θα είχαν τα ρόπαλα και τα τούβλα. «Στουμπίστε τον Νίκο» ήταν η λέξη-εντολή που είχαν οι εκτελεστές του σχεδίου από τους ανωτέρους τους.
Το ύπουλο σχέδιο σύμφωνα με το οποίο έπρεπε «να βγει ο Ζαχαριάδης απ' τη μέση» έφτασε στ' αυτιά του Νιγιάζοφ, που έβαλε αμέσως σε εφαρμογή το δικό του αντισχέδιο για να σώσει τη ζωή του έλληνα κομμουνιστή ηγέτη.
Πράγματι, οι τρεις άνθρωποι της Kα Γκε Μπε, οι υποψήφιοι δολοφόνοι του αρχηγού του ΚΚΕ, σταμάτησαν τον Ηλία με την «Πομπέντα» του στο σημείο που τους είχαν στήσει καρτέρι.
Με μια βίαιη κίνηση τον έσυραν έξω από το καφετί αυτοκίνητο. Ξαφνιάστηκαν όμως. Έπαθαν σοκ. Ο οδηγός ήταν μόνος του.
«Που είναι ο Νίκος;», έμπηξαν τις φωνές. «Μίλα γρήγορα».
«Δεν θα πετάξει απόψε για τη Μόσχα, αυτό μόνο ξέρω», είπε σταθερά ο Ηλίας...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου