Τρίτη 22 Δεκεμβρίου 2015
Δευτέρα 21 Δεκεμβρίου 2015
Ντοκουμέντο: Ο απόρρητος φάκελος 26029/Α' του Νίκου Ζαχαριάδη
Κείμενα: Νίκολας Ζηργάνος - Γιώργος Πετρόπουλος - Νίκος Χατζηδημητράκος
Η «Εφημερίδα των Συντακτών» φέρνει σήμερα στη δημοσιότητα τον φάκελο ποινικών διώξεων κατά του ιστορικού ηγέτη του ΚΚΕ, Νίκου Ζαχαριάδη, τον οποίο δημιούργησε, κρατούσε και ενημέρωνε διαρκώς η Υποδιεύθυνση Γενικής Ασφάλειας της Αστυνομίας Πόλεων Αθηνών. Ο φάκελος φέρει αριθμό 26029/Α’.Στο εσωτερικό μέρος του φακέλου υπάρχει η εξής διευκρινιστική, χειρόγραφη σημείωση: «Το κομμουνιστικόν περιεχόμενον μετεφέρθη εις τον υπ’ αριθ. 1493 απόρρ. Φάκ. 18/1/39 (σ.σ.: από κάτω ακολουθεί χειρόγραφη δυσανάγνωστη υπογραφή)».
Από αυτή τη σημείωση μπορούμε βάσιμα να εξαγάγουμε το συμπέρασμα πως ο αρχικός φάκελος του Ν. Ζαχαριάδη, στην Υποδιεύθυνση της Γενικής Ασφάλειας Αθηνών, ήταν ενιαίος και συμπεριλάμβανε τόσο τα έγγραφα ποινικών διώξεων όσο και τα στοιχεία της πολιτικής του δράσης που συγκέντρωναν οι διωκτικές αρχές. Ο ενιαίος αυτός φάκελος είχε τον αριθμό 26029/Α’.
Στις 18 Ιανουαρίου του 1939 διαχωρίστηκε. Τα έγγραφα που αφορούσαν την πολιτική δράση του Ζαχαριάδη συγκεντρώθηκαν σε έναν νέο απόρρητο φάκελο στον οποίο δόθηκε ο αριθμός 1493. Ετσι, στον φάκελο 26029/Α’ έμειναν μόνον οι ποινικές υποθέσεις.
Ο διαχωρισμός του φακέλου σε ποινικό και πολιτικό προφανώς έγινε για λειτουργικούς λόγους: για διευκόλυνση δηλαδή των υπηρεσιών και -το πιο πιθανό- για την καλύτερη διασφάλιση του απορρήτου κάποιων εγγράφων.
Ο ενιαίος φάκελος εκ των πραγμάτων περιείχε διαβαθμισμένα και μη διαβαθμισμένα έγγραφα καθώς το ποινικό μέρος των υποθέσεων αφορά κατά βάση δημόσια έγγραφα (απαγγελία κατηγοριών, εντάλματα δίωξης, δικαστικές αποφάσεις) που ήταν χαρακτηρισμένα για μικρό χρονικό διάστημα ως απόρρητα.
Αντίθετα, το πολιτικό μέρος αφορά κυρίως διαβαθμισμένο, αορίστου χρόνου, απόρρητο υλικό, δηλαδή παρακολουθήσεις, εκθέσεις και έγγραφα που περιείχαν πληροφορίες και ονόματα πληροφοριοδοτών - στοιχεία τα οποία έπρεπε να είναι γνωστά σε πολύ στενό κύκλο ανθρώπων. Συνεπώς, έπρεπε να αποφευχθεί άνθρωποι που είχαν πρόσβαση -στις διάφορες χρονικές περιόδους- στο ποινικό υλικό να βλέπουν και το πολιτικό.
Ο διαχωρισμός, επίσης, του υλικού σε ποινικό και πολιτικό δεν σημαίνει ότι το πρώτο δεν είναι πολιτικό.
Ολες οι ποινικές διώξεις τόσο σε βάρος του Ζαχαριάδη όσο και σε βάρος των κομμουνιστών και γενικότερα των αριστερών αφορούσαν πολιτικές πράξεις που είχαν ποινικοποιηθεί με διάφορους νόμους και ποινικές ερμηνείες πολιτικών πράξεων που δεν είχαν καμία βάση αλλά χρησιμοποιούνταν στο πλαίσιο της προστασίας του αστικού καθεστώτος.
Ο φάκελος 26029/Α’, όπως έχει φτάσει στα χέρια μας, περιλαμβάνει συνολικά έγγραφα 114 σελίδων (εντάλματα σύλληψης, βουλεύματα, εντολές για παύση διώξεων σε συγκεκριμένα αδικήματα λόγω παραγραφής, δελτία εγκληματικότητας που συγκεντρώνουν περιγραφικά τις διώξεις κατά του ηγέτη του ΚΚΕ κ.ά.).
Εχουμε κάθε λόγο να πιστεύουμε ότι, στο παρελθόν, ο φάκελος ήταν πολύ πιο πλούσιος αλλά αφαιρέθηκε απ’ αυτόν υλικό -το οποίο ενδεχομένως καταστράφηκε- καθώς προέκυπταν παραγραφές αδικημάτων και συνεπώς παύσεις διώξεων.
Δεν αποκλείεται, επίσης, κατά καιρούς να αφαιρέθηκε υλικό από πρόσωπα που είχαν πρόσβαση στον φάκελο και που για δικούς τους λόγους το ήθελαν στην κατοχή τους. Αυτό αφορά διάφορες περιόδους και κυρίως την περίοδο που αυτός ο φάκελος έκλεισε οριστικά, καθώς οι αρχές διαπίστωσαν με βεβαιότητα ότι ο διωκόμενος είχε φύγει από τη ζωή.
Το ζήτημα των φακέλων που αφορούν τον Ν. Ζαχαριάδη -της συστηματικής δηλαδή συγκέντρωσης, από το κράτος, στοιχείων και εγγράφων γι’ αυτόν- δεν σταματάει στα όσα προαναφέραμε.
Οι φάκελοι δεν φαίνεται πως είναι μόνο δύο: ο πολιτικός 1493 και ο ποινικός 26029/Α’. Είναι πολύ πιθανό διάφορες υπηρεσίες, όπως η χωροφυλακή, οι κατά τόπους αστυνομικές διευθύνσεις, οι δικαστικές αρχές, τα υπουργεία Αμυνας, Εσωτερικών, Δημόσιας Τάξης, Εξωτερικών αλλά και άλλες υπηρεσίες να κρατούσαν φακέλους για τον Ν. Ζαχαριάδη στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων τους.
Στο υπουργείο Εσωτερικών, για παράδειγμα, επί πολλά χρόνια ήταν ενταγμένη η ανώτατη διεύθυνση της Αστυνομίας και από εκεί ξεκίνησε και εκτελέστηκε το 1948 η αφαίρεση της ελληνικής ιθαγένειας από τον ηγέτη του ΚΚΕ. Για τη δράση του στο εξωτερικό, το υπουργείο Εξωτερικών σίγουρα λάμβανε αναφορές από τις πρεσβείες.
Η εμπλοκή του είναι αυτονόητη για το υπουργείο Δημόσιας Τάξης. Οπως και για το υπουργείο Αμυνας λόγω του εμφύλιου πολέμου 1946-1949. Συνεπώς, πρέπει να διερευνηθεί πού βρίσκεται αυτό το υλικό, να διασωθεί και να έρθει στο φως της δημοσιότητας.
Τον κυνηγούσαν και μετά θάνατον
Ο Νίκος Ζαχαριάδης έφυγε από τη ζωή την 1η Αυγούστου του 1973. Λίγες ημέρες αργότερα υπήρξε σχετική ανακοίνωση από τον ραδιοσταθμό του ΚΚΕ «Φωνή της Αλήθειας» και στη συνέχεια αναπαραγωγή της είδησης από τους ξένους ραδιοσταθμούς, όπως το BBC, που είχαν ελληνικό πρόγραμμα. Οι ελληνικές εφημερίδες έγραψαν σχετικά στις 8-8-1973. Εντούτοις, οι ελληνικές αρχές τον διέγραψαν ως φυγόποινο και τοποθέτησαν στο αρχείο τις διώξεις σε βάρος του πολύ καθυστερημένα, στις 4-6-1981.
Αναλυτικά, στον φάκελο 26029/Α’ υπάρχουν δύο έγγραφα για παύση της δίωξης εναντίον του λόγω θανάτου. Τα παρουσιάζουμε ως έχουν:
Πρώτο έγγραφο 1974
Τούτον διαγράψαμεν των βιβλίων διωκομένων της υπηρεσίας μας.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΓΙΑΝΝΗΜΑΡΑΣ
ΑΣΤΥΝ. ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ Α’»
Δεύτερο έγγραφο 1980
2.
3·
4.
5.
6.
7.
που κατηγορούνται για Εγκλήματα του ψηφίσματος Γ’/1946 και Α.Ν. 453/45 αλλά και για εγκλήματα του ποινικού νόμου που απέβλεπον στην ανατροπή της καθεστηκυίας τάξεως.
Επειδή το άρθρον 1 του Ν. 233/75, όπως ετροποποιήθη με το άρθρο 23 του Ν. 410/76, κατήργησε το ψήφισμα Γ’/1946 και ώρισε ότι οι δικογραφίες του ψηφίσματος αυτού και του Α.Ν. 433/45 τοποθετούνται στο αρχείο με πράξη του Εισαγγελέως και τα διωκτικά έγγραφα επιστρέφονται ανεκτέλεστα. Εξ άλλου τα άρθρα 1 και 2 του Π.Δ. 519/74 αμνήστευσαν τα εγκλήματα του ποινικού νόμου που απέβλεπαν στην ανατροπή της καθεστηκυίας τάξεως, και όρισαν ότι αι σχετικαί δικογραφίαι τοποθετούνται στο αρχείο με πράξη του Εισαγγελέως, ενώ σύμφωνα και με τα άρθρα 309 παρ. 1β’, 310 παρ. 2β και 588 β’ Κ.Π.Δ., παύει η ισχύς των αντιστοίχων διωκτικών έγγραφων.
ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ
Τοποθετούμε στο αρχείο την ως άνω δικογραφία ως προς τους προαναφερομένους κατηγορουμένους και παραγγέλλομε την διαγραφήν τους από τα βιβλία φυγοδίκων σχετικά με τη 2594/49 παρ/νή Δ/γη ΑΣΔΑΝ και τα συναφή με αυτό διωκτικά και την αρχειοθέτηση τούτων στην αστυνομική αρχή που βρίσκονται.
ΗΛ. ΣΠΥΡΟΠΟΥΛΟΣ
1. Δ/νση Εγκλημ/κών Υπηρεσιών
Τμήμα Καταδιωκτικών
2. ΥΓΑ Αθηνών
Υπηρεσία Καταδιωκτικών».
Τελικά, όπως προκύπτει από χειρόγραφη εγγραφή πάνω στην εν λόγω παραγγελία του εισαγγελέα Εφετών, ο Ν. Ζαχαριάδης διαγράφεται ως φυγόποινος στις 4-6-1981 και ο φάκελος 26029/Α’ τοποθετείται στο Αρχείο.
Τρίτη 15 Δεκεμβρίου 2015
Επιστολή προς την εφημερίδα ΑΥΓΗ (10/4/1962)
Τρίτη 3 Νοεμβρίου 2015
Με τον Νίκο Ζαχαριάδη στο Νταχάου: Μαρτυρία του συγκρατούμενου του Βλαντίμιρ Ιβάνοβιτς Τζελαλή, Έλληνα από τη Μαριούπολη-Ανατολική Ουκρανία (αφήγηση στο Στέλιο Ελληνιάδη)
Με τον Νίκο Ζαχαριάδη στο Νταχάου
Μαρτυρία του συγκρατούμενου του Βλαντίμιρ Ιβάνοβιτς Τζελαλή, Έλληνα από τη Μαριούπολη-Ανατολική Ουκρανία (αφήγηση στο Στέλιο Ελληνιάδη)
ΕΛΛΗΝΙΑΔΗΣ: «Συγκρατούμενοι στο Νταχάου
Το Νταχάου ήταν Konzentrationslager, ένα από τα πιο γνωστά στρατόπεδα συγκέντρωσης και καταναγκαστικής εργασίας, με δεκάδες διάσπαρτα «παραρτήματα», όχι πολύ μακριά από το Μόναχο. Κατά την απελευθέρωση, τον Απρίλη του 1945, υπήρχαν περίπου 30 χιλιάδες κρατούμενοι στο Νταχάου. Κατά τη διάρκεια της λειτουργίας του είχαν «περάσει» από τα παραπήγματά του πάνω από 200.000 άτομα, εκ των οποίων πάρα πολλά, μεταξύ 32 και 42 χιλιάδων, άφησαν την τελευταία τους πνοή στο lager και αποτεφρώθηκαν στα κρεματόριά του.
Ο Γενικός Γραμματέας του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας Νίκος Ζαχαριάδης, κρατούμενος στις φυλακές της δικτατορίας του Μεταξά από τις 17 Σεπτεμβρίου 1936, παραδόθηκε, στις 26 Απριλίου 1941, από τις ελληνικές αρχές, μαζί με άλλους κομμουνιστές φυλακισμένους στη Γκεστάπο, η οποία τον προώθησε στη Βιέννη κι από εκεί, στις 30 Νοεμβρίου 1941, στο Νταχάου, όπου παρέμεινε μέχρι την άφιξη του αμερικάνικου στρατού, στις 29 Απριλίου 1945· Συνολικά, είχε συμπληρώσει στις ελληνικές φυλακές και τα γερμανικά κάτεργα κάτι παραπάνω από αδιάσπαστα οκτώμισι χρόνια. Σ’ αυτό το στρατόπεδο, όπου «η εργασία απελευθέρωνε», ο Έλληνας κρατούμενος Βλαδίμηρος Τζελαλή, από τη Μαριούπολη, με αριθμό εγγραφής στους «φιλοξενούμενους» του Νταχάου «32771», συναντήθηκε με τον γενικό γραμματέα του ΚΚΕ Νίκο Ζαχαριάδη, παλιότερο τρόφιμο, με αριθμό «28777»·
(Η συνέντευξη έγινε με τη βοήθεια της Αλεξάνδρας Προτσένκο Πιτσατζή, της Ίνγκας Αμπγκάροβα και της Ναταλίας Μηάσενκο Κόρμαλη).»
Με τις οδηγίες του Ζαχαριάδη
ΤΖΕΛΑΛΗΣ: «Σ” αυτό το εργοστάσιο δούλευε και ο Νίκος. Ήταν ο άνθρωπος που στην αρχή της βάρδιας μας έδινε τα εργαλεία με τα οποία δουλεύαμε. Σμίλη, πριόνι και άλλα. Εγώ βεβαίως δεν γνώριζα ποιος είναι αυτός ο άνθρωπος, Είδα ότι είναι κάπως σκουρόχρωμος, έμοιαζε με “Ελληνα, αυτός όμως εμένα με κατάλαβε αμέσως από τη φάτσα. Αυτός ονόμαζε τον εαυτό του Νικόλα, και εμείς τον φωνάζαμε Νικόλα. Με κατάλαβε και ρώτησε με καθαρά ρωσικά, «είσαι Έλληνας;». Απάντησα, «ναι, αλλά πώς με καταλάβατε;». «Από το πρόσωπό σου», μου είπε και με ρώτησε από πού είμαι. Εγώ απάντησα ότι είμαι από τη Μαριούπολη και αυτός στη συνέχεια μου είπε κάτι για τον εαυτό του. Τον ρώτησα, πρώτα, από πού ξέρει τόσο καλά τα ρωσικά, αφού είναι από την Ελλάδα, και τότε μου είπε ότι τελείωσε την Ανώτατη Κομματική Σχολή στη Μόσχα, ότι έχει ζήσει και στο Λένινγκραντ και είναι παντρεμένος με μία Τσέχα με την οποία έχει μία κόρη. (σημ. Ο Ζαχαριάδης είχε και ένα γιο με την Τσέχα Μάνια ΝόΒακ).
Κάθε φορά που πήγαινα στη δουλειά με καλούσε και μου έδινε λίγο φαγητό, ένα κομματάκι ψωμί ή κάτι άλλο. Επειδή ήταν εκεί από πολύ καιρό πριν πάω εγώ, είχε σχέσεις με τους κατοίκους (των γύρω περιοχών που εργάζονταν στον ίδιο χώρο) και γι’ αυτό είχε καλή εμφάνιση, δηλαδή δεν πεινούσε. Και μετά, όχι από την αρχή, μου ζητούσε να περνάω κάποια πράγματα που ήταν μυστικά στο στρατόπεδο. Αυτός ανήκε σε μία οργάνωση μυστική. Δεν μου επέτρεπε να δω το περιεχόμενο των πραγμάτων που μετέφερα. Ήταν μικρά δεματάκια. Εγώ τον ρωτούσα τι είναι μέσα. Μου έλεγε ότι ήταν κάποιες πληροφορίες για την κατάσταση στο μέτωπο. Μου τα έδινε και έπρεπε να τα παραδώσω στον ίδιο ή σε ένα φίλο του μόλις περάσουμε τον έλεγχο στην είσοδο του στρατοπέδου. Σ” αυτόν μπορεί να έκαναν έλεγχο, εμένα όμως, επειδή ήμουν πιτσιρίκι, δεν με ψάχνανε και τα έβαζα στο ξύλινο παπούτσι που είχα, κάτω από τους πάτους. κι αυτό περισσότερο γινόταν τις νυχτερινές βάρδιες όταν γυρίζαμε πίσω στο στρατόπεδο. Και με παρακαλούσε να τα περνάω από την πύλη. Πολύ συχνά έκανα αυτή την εξυπηρέτηση, έγινα μεταφορέας.
Κάποια στιγμή, ο Ζαχαριάδης μου είπε να γραφτώ σε ομάδα εξωτερικών εργασιών. Την ομάδα αποτελούσαν περίπου 300 άτομα και δουλεύανε σε όλα τα εργοστάσια. Έτσι και έκανα, και βρέθηκα σε μία μικρή κωμόπολη, σε ένα στρατόπεδο μικρό μόνο με μία σειρά συρματοπλέγματος. Εκεί αναγκάστηκα να δουλέψω με φτυάρι, παράγαμε τσιμέντο, φόρτωνα και ξεφόρτωνα· ένα όχημα 60 τόνων γεμάτο με τσουβάλια 50 κιλών έπρεπε να το ξεφορτώσουμε τρία άτομα στη Βάρδια.
Όταν γνώρισα τον Ζαχαριάδη, στο στρατόπεδο, υποψιαζόμουν ότι μπορεί να ήταν σοβιετικός πράκτορας, γιατί μιλούσε άπταιστα ρώσικα. Και δεν μου έλεγε και πολλά πράγματα. Τα περισσότερα για αυτόν τα έμαθα αργότερα. Μετά το στρατόπεδο. Ο εγγονός μου βρήκε στοιχεία στο ίντερνετ για αυτόν, όταν του μίλησα για τον Ζαχαριάδη. Από το ίντερνετ μάθαμε ότι ήταν στη Σιβηρία κι ότι ξαναπαντρεύτηκε. Όμως, δεν μπορούσε να φύγει από εκεί γιατί ανοιχτά δεν συμφωνούσε με τη σοβιετική πολιτική σε πολλά πράγματα, και δεν απαγχονίστηκε μόνος του, τον απαγχόνισαν, Έτσι νομίζω. Επικοινωνούσε με τους Γερμανούς, αλλά μόνο με αυτούς που του χρειάζονταν, με Γερμανούς κομμουνιστές. Στο στρατόπεδο ήταν οι περισσότεροι κομμουνιστές, γιατί μόλις ήρθε ο Χίτλερ στην εξουσία έβαλε όλους τους κομμουνιστές στα στρατόπεδα. Όλους που ήταν ενάντια στον εθνικοσοσιαλισμό.
Δεν μου έλεγε αν είχε επαφή με έξω κόσμο, αλλά σίγουρα είχε με αυτούς που μπορούσαν να τον βοηθήσουν, να φέρουν τρόφιμα και φάρμακα. Τέτοιες ήταν οι επαφές του Ζαχαριάδη και όχι συνεργασία με τους ναζί. Ήταν μυστική η οργάνωση αυτή και γι” αυτό ήταν λογικό να μην ρωτάμε και να μην συζητάμε. Γνώριζα μόνο δύο άτομα από την οργάνωση, τον ίδιο τον Ζαχαριάδη και ένα φίλο του. “Ηταν ένας Αυστριακός, μιλούσε πολύ καλά γερμανικά, μιλούσε και ρώσικα, αλλά με λάθη. Κι αυτός κομμουνιστής. Δεν ήξερα ποιοι άλλοι ήταν, θα σας τα πω έτσι όπως μου τα είπε μία φορά ο ίδιος ο Ζαχαριάδης: «Εμείς παλεύουμε για να βοηθήσουμε τους κρατουμένους, για παράδειγμα με φάρμακα. Και εσύ πρόσεχε – μην το λες πουθενά. Και αν έχεις έμπιστους φίλους, πρόσεχε και αυτούς, μην λες τίποτα. Να παρατηρείς σε ποιούς μπορείς να μιλήσεις και σε ποιους όχι». Στρατόπεδο ήταν, φρικτό πράγμα, για μία λέξη μπορούσαν να σε σκοτώσουν.»
(Αναδημοσίευση αποσπασμάτων από: «δρόμος της ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ» 10-10-2015, σελ.31,πρώτο μέρος)
Βλαδίμηρος Τζελαλής: Δραπέτευσα από το Νταχάου με παρότρυνση του Ζαχαριάδη
ΕΛΗΝΙΑΔΗΣ-ΤΖΕΛΑΛΗΣ:
«‘Ο Βλαδίμηρος Τζελαλή , Έλληνας της Μαριούπολης από μητέρα και πατέρα, ενηλικιώθηκε στο Νταχάου, στα καταναγκαστικά έργα που δούλεψε σαν ξυλουργός, εκεί που γνώρισε τον Νίκο Ζαχαριάδη και πήρε μέρος στο σαμποτάζ που οργάνωναν οι παράνομες «τρόικες» μέσα στο στρατόπεδο, από το οποίο δραπέτευσε με παρότρυνση του Γενικού Γραμματέα του ΚΚΕ και κρύφτηκε μέχρι το τέλος του πολέμου σε ένα φιλικό γερμανικό αγροτόσπιτο. Τον συνάντησα, στα ενενήντα του, στην καρδιά της εμπόλεμης Ανατολικής Ουκρανίας, διαυγή και φιλικό, να γράφει ποιήματα…
Η δεύτερη δραπέτευση
Ακούγοντας την αφήγηση του Τζελαλή, τον ρώτησα τι εντύπωση σχημάτισε για τον Ζαχαριάδη ως άνθρωπο. «Στις πολιτικές του, πώς να το πω, δεν είχα διεισδύσει. Σαν άνθρωπος ήταν καλός.» Η απάντησή του ήταν σαφής και λιτή. Όταν, όμως, του είπα ότι προκειμένου να τον καθαιρέσουν από Γενικό Γραμματέα, και στη συνέχεια να τον στείλουν εξορία στη Σιβηρία, όπου και πέθανε, τον είχαν κατηγορήσει ότι, στο στρατόπεδο, είχε σχέσεις με τους Γερμανούς ναζί, είδα τον Τζελαλή να κρατάει για λίγο την ανάσα του και να λέει με κατηγορηματικό ύφος: «ο Νικόλας με τους φασίστες δεν συνεργαζόταν!» Και να συμπληρώνει: «ήμουν περίπου ένα χρόνο μαζί με τον Ζαχαριάδη. Ευθέως είπα στο γιο του ότι ο πατέρας σου δεν αυτοκτόνησε, τον σκότωσαν γιατί δεν συμφωνούσε με την πολιτική των κυβερνητών μας.»
Και ποιος ήταν ο λόγος που ο Ζαχαριάδης σας είπε να αλλάξετε τόπο εργασίας; «Επειδή ήταν αδύνατο να δραπετεύσεις από το Νταχάου. Υπήρχαν σοβαρές οχυρωματικές εγκαταστάσεις, συρματοπλέγματα, παρατηρητήρια με πυροβόλα, φαρδιά τάφρος με νερό. Αλλά, από το απλό στρατόπεδο των εξωτερικών εργασιών, μπορούσες να φύγεις· και από τη δουλειά και από το στρατώνα. Τη δεύτερη φορά, εμείς φύγαμε κατευθείαν από το στρατώνα, τη νύχτα, σκάβοντας δίοδο κάτω από τα συρματοπλέγματα. Ο Νικόλας με συμβούλευσε να προσπαθήσω να ξεφύγω από το στρατόπεδο επειδή τέλη 1944 η φύλαξη είχε χαλαρώσει. Και έτσι τον άκουσα και δραπέτευσα για δεύτερη φορά. Αλλά, αυτή τη φορά, ήμουν και μεγαλύτερος και πιο έξυπνος. Πριν κάνω ο,τιδήποτε, κανόνισα με έναν αγρότη, που είχε κτήμα κοντά στο στρατόπεδο, ότι θα με κρύψει για μερικές μέρες.»
Εννοείτε ότι υπήρχαν κάποιοι άνθρωποι απ’ έξω, Γερμανοί, που ήταν δημοκρατικοί, όπως αυτός ο αγρότης, άρα μπορούμε να υποθέσουμε ότι μ’ αυτούς είχε σχέση ο Ζαχαριάδης, για να του δίνουν φάρμακα, τρόφιμα και πληροφορίες;
«Ακριβώς. Ανάμεσα στους Γερμανούς υπήρχαν πολλοί τίμιοι άνθρωποι. Όταν δούλευα στο εργοστάσιο, ένας Γερμανός με έστελνε σε ένα καφεκοπτείο (καφές από καμένο κριθάρι) που υπήρχε κοντά και εκεί δούλευε μια φράου, μια γυναίκα. Αυτή, όταν γέμιζε το δοχείο με τον καφέ για το φρουρό, μου έδινε πάντα κάτι να τσιμπήσω, μήλο, μανταρίνι, πορτοκάλι ή ένα μικρό σάντουιτς. Και έλεγε, “φάε πρώτα και μετά θα πάς μέσα. Και μην το λες πουθενά”. Παντού υπάρχουν άνθρωποι».
«Το κανόνισα με το φίλο μου, τον Κόλια, ότι θα δραπετεύσουμε και αυτός έφερε ένα ψαλίδι και ένα λαστιχένιο γάντι. Διαλέξαμε μία νύχτα σκοτεινή, κι επειδή οι Αμερικανοί βομβαρδίζανε σχεδόν κάθε νύχτα, στο στρατόπεδο σβήνανε τα φώτα. Για να φύγουμε έπρεπε να κόψουμε μία σειρά από το συρματόπλεγμα, που συνδεόταν με ηλεκτρικό ρεύμα. Όμως, την ώρα των βομβαρδισμών κόβανε το ρεύμα παντού. Στο σκοτάδι, βγήκαμε από το στρατώνα, κόψαμε την κάτω γραμμή του συρματοπλέγματος, που ήταν μόνο μία σειρά, και έτσι ξεφύγαμε με το φίλο μου.
Στην αρχή, κρυφτήκαμε στο δάσος, κι όταν πλησίασε το πρωί και είχε ακόμη σκοτάδι, πήγαμε σε έναν αγρότη, που είχα κανονίσει από πριν μαζί του ότι θα μας έκρυβε .Ήταν κατά των ναζί. Και μας έκρυψε στο πατάρι. Από το πατάρι φαινόταν το στρατόπεδο, ήταν πάνω σε ένα λόφο. Έμεινα εκεί, στον αγρότη, μάκρυναν τα μαλλιά μου, πήρα και κάποια κιλά και είχα ντυθεί με πολιτικά. Αυτός ο Γερμανός μάς έκανε και μία έκπληξη: στο στρατόπεδο αυτό, πριν από εμάς, κρατούνταν Γάλλοι Εβραίοι. Όταν τους βγάλανε για εκτέλεση, δύο από αυτούς δραπέτευσαν. Ήταν νέοι, δουλεύανε ως κουρείς, κουρεύανε τους Γερμανούς. Ήταν νύχτα και είχαν συμφωνήσει ότι, όταν θα τρέχουν θα αλλάζουν, μία θα είναι ο ένας μπροστά – μία ο άλλος, και όποιος θα είναι τυχερός, αφού πίσω τους πυροβολούσαν. Και έτσι, ο ένας σκοτώθηκε από τα πυρά και ο δεύτερος κρύφτηκε στον αγρότη το δικό μας. Τον έκρυψε σε ένα χώρο που έφτιαξε ανάμεσα στο ταβάνι και τη σοφίτα. Και όταν φεύγαμε από τον αγρότη, άνοιξε την κρυψώνα και από εκεί βγήκε ένας νεαρός με μακρύ μούσι. Μας διηγήθηκε την ιστορία του και το ότι τον έκρυβε σχεδόν δύο χρόνια.
Υπήρχαν και μεταξύ των Γερμανών άνθρωποι με κεφαλαία γράμματα. Τη δεύτερη φορά θα μπορούσα να δραπετεύσω πολύ πιο νωρίς, όμως, το έκανα όταν πλησίαζε το τέλος του πολέμου. Είχα πολλές ευκαιρίες και πριν. Μας πηγαίνανε για δουλειά στο δάσος, να πριονίσουμε ξυλεία. Ο φρουρός μας ήταν ένας ηλικιωμένος στρατιώτης. Δεν υπήρχαν άλλοι πιο νέοι για να μας φρουρήσουν. Ήταν όλοι στο μέτωπο. Ο ίδιος ο φρουρός πεινούσε μαζί μας. Με έστελνε στο χωριό, γιατί ήμουν ο πιο μικρός και συμπαθητικός στο πρόσωπο. Πήγαινε, μου έλεγε, και ζήτα ο,τιδήποτε φαγώσιμο. Και πήγαινα και μάζευα ό,τι δίνανε. Δίνανε και ψωμί και κρέας και γάλα. Κάτι τι έτρωγα στο δρόμο, τα υπόλοιπα τα έφερνα στο φρουρό. Τα έπαιρνε για τον εαυτό του και έδινε κάτι κομματάκια στα αγόρια μας. Μας φρουρούσαν γέροι, 60-70 ετών. Οι άλλοι, οι νεότεροι, είχαν σταλεί στο μέτωπο. Και αποφάσισα να δραπετεύσω όταν κατάλαβα ότι πλησιάζει το τέλος του πολέμου.»
(Αναδημοσίευση αποσπασμάτων από: «δρόμος της ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ» 17-10-2015, σελ.30,δεύτερο μέρος)
Τετάρτη 28 Οκτωβρίου 2015
Κυριακή 18 Οκτωβρίου 2015
Βλαδίμηρος Τζελαλή: Δραπέτευσα από το Νταχάου με παρότρυνση του Ζαχαριάδη
Ο Βλαδίμηρος Τζελαλή , Έλληνας της Μαριούπολης από μητέρα και πατέρα, ενηλικιώθηκε στο Νταχάου, στα καταναγκαστικά έργα που δούλεψε σαν ξυλουργός, εκεί που γνώρισε τον Νίκο Ζαχαριάδη και πήρε μέρος στο σαμποτάζ που οργάνωναν οι παράνομες «τρόικες» μέσα στο στρατόπεδο, από το οποίο δραπέτευσε με παρότρυνση του Γενικού Γραμματέα του ΚΚΕ και κρύφτηκε μέχρι το τέλος του πολέμου σε ένα φιλικό γερμανικό αγροτόσπιτο. Τον συνάντησα, στα ενενήντα του, στην καρδιά της εμπόλεμης Ανατολικής Ουκρανίας, διαυγή και φιλικό, να γράφει ποιήματα…
Η δεύτερη δραπέτευση
Ακούγοντας την αφήγηση του Τζελαλή, τον ρώτησα τι εντύπωση σχημάτισε για τον Ζαχαριάδη ως άνθρωπο. «Στις πολιτικές του, πώς να το πω, δεν είχα διεισδύσει. Σαν άνθρωπος ήτανκαλός.» Η απάντησή του ήταν σαφής και λιτή. Όταν, όμως, του είπα ότι προκειμένου να τον καθαιρέσουν από Γενικό Γραμματέα, και στη συνέχεια να τον στείλουν εξορία στη Σιβηρία, όπου και πέθανε, τον είχαν κατηγορήσει ότι, στο στρατόπεδο, είχε σχέσεις με τους Γερμανούς ναζί, είδα τον Τζελαλή να κρατάει για λίγο την ανάσα του και να λέει με κατηγορηματικό ύφος: «ο Νικόλας με τους φασίστες δεν συνεργαζόταν!» Και να συμπληρώνει: «ήμουν περίπου ένα χρόνο μαζί με τον Ζαχαριάδη. Ευθέως είπα στο γιο του ότι ο πατέρας σου δεν αυτοκτόνησε, τον σκότωσαν γιατί δεν συμφωνούσε με την πολιτική των κυβερνητών μας.»
Και ποιος ήταν ο λόγος που ο Ζαχαριάδης σας είπε να αλλάξετε τόπο εργασίας; «Επειδή ήταν αδύνατο να δραπετεύσεις από το Νταχάου. Υπήρχαν σοβαρές οχυρωματικές εγκαταστάσεις, συρματοπλέγματα, παρατηρητήρια με πυροβόλα, φαρδιά τάφρος με νερό. Αλλά, από το απλό στρατόπεδο των εξωτερικών εργασιών, μπορούσες να φύγεις· και από τη δουλειά και από το στρατώνα. Τη δεύτερη φορά, εμείς φύγαμε κατευθείαν από το στρατώνα, τη νύχτα, σκάβοντας δίοδο κάτω από τα συρματοπλέγματα. Ο Νικόλας με συμβούλευσε να προσπαθήσω να ξεφύγω από το στρατόπεδο επειδή τέλη 1944 η φύλαξη είχε χαλαρώσει. Και έτσι τον άκουσα και δραπέτευσα για δεύτερη φορά. Αλλά, αυτή τη φορά, ήμουν και μεγαλύτερος και πιο έξυπνος. Πριν κάνω ο,τιδήποτε, κανόνισα με έναν αγρότη, που είχε κτήμα κοντά στο στρατόπεδο, ότι θα με κρύψει για μερικές μέρες.»
Εννοείτε ότι υπήρχαν κάποιοι άνθρωποι απ’ έξω, Γερμανοί, που ήταν δημοκρατικοί, όπως αυτός ο αγρότης, άρα μπορούμε να υποθέσουμε ότι μ’ αυτούς είχε σχέση ο Ζαχαριάδης, για να του δίνουν φάρμακα, τρόφιμα και πληροφορίες;
«Ακριβώς. Ανάμεσα στους Γερμανούς υπήρχαν πολλοί τίμιοι άνθρωποι. Όταν δούλευα στο εργοστάσιο, ένας Γερμανός με έστελνε σε ένα καφεκοπτείο (καφές από καμένο κριθάρι) που υπήρχε κοντά και εκεί δούλευε μια φράου, μια γυναίκα. Αυτή, όταν γέμιζε το δοχείο με τον καφέ για το φρουρό, μου έδινε πάντα κάτι να τσιμπήσω, μήλο, μανταρίνι, πορτοκάλι ή ένα μικρό σάντουιτς. Και έλεγε, “φάε πρώτα και μετά θα πάς μέσα. Και μην το λες πουθενά”. Παντού υπάρχουν άνθρωποι».
«Το κανόνισα με το φίλο μου, τον Κόλια, ότι θα δραπετεύσουμε και αυτός έφερε ένα ψαλίδι και ένα λαστιχένιο γάντι. Διαλέξαμε μία νύχτα σκοτεινή, κι επειδή οι Αμερικανοί βομβαρδίζανε σχεδόν κάθε νύχτα, στο στρατόπεδο σβήνανε τα φώτα. Για να φύγουμε έπρεπε να κόψουμε μία σειρά από το συρματόπλεγμα, που συνδεόταν με ηλεκτρικό ρεύμα. Όμως, την ώρα των βομβαρδισμών κόβανε το ρεύμα παντού. Στο σκοτάδι, βγήκαμε από το στρατώνα, κόψαμε την κάτω γραμμή του συρματοπλέγματος, που ήταν μόνο μία σειρά, και έτσι ξεφύγαμε με το φίλο μου.
Στην αρχή, κρυφτήκαμε στο δάσος, κι όταν πλησίασε το πρωί και είχε ακόμη σκοτάδι, πήγαμε σε έναν αγρότη, που είχα κανονίσει από πριν μαζί του ότι θα μας έκρυβε .Ήταν κατά των ναζί. Και μας έκρυψε στο πατάρι. Από το πατάρι φαινόταν το στρατόπεδο, ήταν πάνω σε ένα λόφο. Έμεινα εκεί, στον αγρότη, μάκρυναν τα μαλλιά μου, πήρα και κάποια κιλά και είχα ντυθεί με πολιτικά. Αυτός ο Γερμανός μάς έκανε και μία έκπληξη: στο στρατόπεδο αυτό, πριν από εμάς, κρατούνταν Γάλλοι Εβραίοι. Όταν τους βγάλανε για εκτέλεση, δύο από αυτούς δραπέτευσαν. Ήταν νέοι, δουλεύανε ως κουρείς, κουρεύανε τους Γερμανούς. Ήταν νύχτα και είχαν συμφωνήσει ότι, όταν θα τρέχουν θα αλλάζουν, μία θα είναι ο ένας μπροστά – μία ο άλλος, και όποιος θα είναι τυχερός, αφού πίσω τους πυροβολούσαν. Και έτσι, ο ένας σκοτώθηκε από τα πυρά και ο δεύτερος κρύφτηκε στον αγρότη το δικό μας. Τον έκρυψε σε ένα χώρο που έφτιαξε ανάμεσα στο ταβάνι και τη σοφίτα. Και όταν φεύγαμε από τον αγρότη, άνοιξε την κρυψώνα και από εκεί βγήκε ένας νεαρός με μακρύ μούσι. Μας διηγήθηκε την ιστορία του και το ότι τον έκρυβε σχεδόν δύο χρόνια.
Υπήρχαν και μεταξύ των Γερμανών άνθρωποι με κεφαλαία γράμματα. Τη δεύτερη φορά θα μπορούσα να δραπετεύσω πολύ πιο νωρίς, όμως, το έκανα όταν πλησίαζε το τέλος του πολέμου. Είχα πολλές ευκαιρίες και πριν. Μας πηγαίνανε για δουλειά στο δάσος, να πριονίσουμε ξυλεία. Ο φρουρός μας ήταν ένας ηλικιωμένος στρατιώτης. Δεν υπήρχαν άλλοι πιο νέοι για να μας φρουρήσουν. Ήταν όλοι στο μέτωπο. Ο ίδιος ο φρουρός πεινούσε μαζί μας. Με έστελνε στο χωριό, γιατί ήμουν ο πιο μικρός και συμπαθητικός στο πρόσωπο. Πήγαινε, μου έλεγε, και ζήτα ο,τιδήποτε φαγώσιμο. Και πήγαινα και μάζευα ό,τι δίνανε. Δίνανε και ψωμί και κρέας και γάλα. Κάτι τι έτρωγα στο δρόμο, τα υπόλοιπα τα έφερνα στο φρουρό. Τα έπαιρνε για τον εαυτό του και έδινε κάτι κομματάκια στα αγόρια μας. Μας φρουρούσαν γέροι, 60-70 ετών. Οι άλλοι, οι νεότεροι, είχαν σταλεί στο μέτωπο. Και αποφάσισα να δραπετεύσω όταν κατάλαβα ότι πλησιάζει το τέλος του πολέμου.»
Κατάσταση στο στρατόπεδο
«Ευτυχώς εγώ δεν αρρώστησα ποτέ. Τους αρρώστους τους εκτελούσαν αμέσως. Υπήρχε ένας χώρος όπου ήταν οι άρρωστοι· όποιος βρισκόταν εκεί δεν επέστρεφε ποτέ. Πρώτα από όλα ήμουν νέος, άντεχα, είμαι γερή κράση. Είμαστε γερό σόι. Είχα θείους και θείες, και από την πλευρά της μητέρας μου, που έζησαν πάνω από 100 χρόνια. Πρέπει να είναι κληρονομικό. Στο στρατόπεδο γίνονταν βασανιστήρια και εκτελέσεις. Αν έκανες κάτι αμέσως έβγαζαν στην πλατεία το μηχανισμό των βασανισμών· βάζανε μέσα τα πόδια του ανθρώπου, τα στήριζαν για να είναι ακίνητα, κρατούσαν το κεφάλι του και τον χτυπούσαν μέχρι θανάτου. Τα κρεματόρια κάπνιζαν συνεχώς. Όποιος πέθαινε τον καίγανε. Καθώς και τους αρρώστους και αδύναμους.
Στις πύλες υπήρχε η επιγραφή «Arbeit macht frei» (Η εργασία απελευθερώνει)! Μέσα υπήρχαν άνθρωποι απ’ όλες τις φυλές, μέχρι και δύο Αλβανοί. Όταν οι Έλληνες στρατιώτες αρνήθηκαν να συνταχθούν με τα γερμανικά στρατεύματα, υπήρξε, ένας ξεχωριστός στρατώνας όπου ήταν οι Έλληνες με τις δικές τους στολές. Τρώγανε λίγο καλύτερα, παίρνανε και γάλα. Και εμάς, τις μέρες που δεν δουλεύαμε, μας επιτρέπανε να βγαίνουμε στην πλατεία, που ήταν κοντά στο στρατώνα τους. Πήγαινα κι εγώ εκεί. Και με ρωτάγανε από πού είμαι, αλλά δεν τους καταλάβαινα. Μεταξύ τους βρέθηκε κι ένας Έλληνας που ζούσε κάποτε στη Σοβιετική Ένωση και είχε γυρίσει στην Ελλάδα, το 1933· Κάτι τι θυμόταν στα ρώσικα και έτσι συνεννοηθήκαμε. Του είπα από πού είμαι, με ρώτησε πού δουλεύει ο πατέρας μου και τότε έμαθα τι σημαίνει τρένο. Και μετά, αυτοί οι Έλληνες ερχόντουσαν τα σαββατοκύριακα κοντά στο στρατώνα μας και μας κερνάγανε σοκολάτες και άλλα πράγματα.
Μαθαίναμε τα νέα από τους Γερμανούς, τους κρατούμενους που ήταν μαζί μας. Καταλαβαίναμε τι γίνεται στο μέτωπο κι από τη συμπεριφορά των Γερμανών φρουρών απέναντι μας · όσο κατέρρεαν, γινόταν κάπως καλύτερη. Στα στρατόπεδα γίνονταν φρικτά πράγματα. Εμείς ήμασταν σε ένα παράρτημα, που δεν ήτανε τόσο σκληρή η συμπεριφορά τους. Ήμασταν 300 άτομα, και όλοι γύρω μας καταλαβαίνανε ότι τελειώνει ο πόλεμος, απλώς δουλεύαμε πολύ, μας πίεζαν με τη δουλειά. Τα παιδιά που απελευθερώθηκαν από το κεντρικό στρατόπεδο, μας έλεγαν τι φρίκη υπήρχε εκεί. Ήταν πεινασμένοι, τους βγάζανε έξω, περπατούσανε πολύ και τους δέρνανε οι άντρες των SS, οι οποίοι μετά τους εγκατέλειψαν για να διαφύγουν. Χαμός! Περπατούσαμε σαν τις σκιές. Πεθάναμε πολλές φορές και ξαναγεννηθήκαμε.»
Μετά την απελευθέρωση
«Εγώ δεν γύρισα το ’45 στη Μαριούπολη. Όταν πέρασα τα σύνορα της Σοβιετικές Ζώνης, στην Τσεχία, αμέσως παρουσιάστηκα στο σοβιετικό στρατιωτικό σώμα και λόγω ηλικίας επιστρατεύτηκα και μπήκα στην ίλη τεθωρακισμένων. Επειδή έπαιζα μουσικά όργανα, τοποθετήθηκα στη μουσική διμοιρία. Και έκανα τη στρατιωτική θητεία μου μέχρι το 1948. Ένα χρόνο έμεινα στη Γερμανία. Όταν έγινε η πρώτη μείωση των σοβιετικών στρατευμάτων, πολλούς απλούς στρατιώτες τους μεταφέρανε στη Σοβιετική Ένωση. Άφησαν μόνο το στρατιωτικό εξοπλισμό, τανκς και άλλα. Βρέθηκα στο Ταγκανρόκ, και εκεί ολοκλήρωσα τη θητεία μου στη συμφωνική ορχήστρα της ταξιαρχίας.
Ο διευθυντής και μαέστρος της ορχήστρας παρατήρησε το ταλέντο μου, εγώ εν τω μεταξύ άρχισα να παίζω κλαρινέτο, σαξόφωνο και άλλα πνευστά όργανα, και μου πρότεινε να πάω στη Μόσχα να σπουδάσω. Πρώτα βρέθηκα στο Κίεβο, στο Ωδείο. Από κει μου προτείνανε να σπουδάσω διεύθυνση ορχήστρας, συμφώνησα και πήγα στη Μόσχα . Έδωσα εισαγωγικές εξετάσεις, έκθεση, γλώσσα, κλαρινέτο και όταν μου έμεινε να δώσω το τελευταίο μάθημα με κάλεσαν στο πρυτανείο και μου ανακοίνωσαν ότι δεν μπορούν να με πάρουν, γιατί είχα τελειώσει μόνο οκτώ τάξεις. Μαζί μου ήρθε και ένα ορφανό αγόρι που το πήραν παρ’ όλο που είχε τελειώσει μόνο επτά τάξεις. Τουςτ ο ανέφερα, και ο υπεύθυνος μου είπε ότι δεν ήθελα να σας προσβάλω, άλλα εσείς ζήσατε στο εξωτερικό. Του απάντησα ότι βρέθηκα εκεί παρά τη θέλησή μου. Μου είπαν ότι είμαστε ανώτατο εκπαιδευτικό στρατιωτικό και δεν μπορούμε να σας πάρουμε. Αυτό ήταν το πρώτο κατακέφαλο χτύπημα.
Αργότερα κατάφερα να πάω στη Μόσχα, όταν αποστρατεύτηκα το 1948. Τελείωσα μέσα σε μία χρονιά δύο τάξεις, την 9η και την 10η, και μπήκα στην Οικονομική Αγροτική Ακαδημία του Τεμιριάζεφ. Δούλευα ως επικεφαλής γεωπόνος του κρατικού αγροτικού συνεταιρισμού. Εκεί έφτιαξα μία ορχήστρα. Δύο χρόνια αργότερα, αρρώστησα, είχα προβλήματα με τη σπονδυλική στήλη. Μάλλον δεν πέρασε χωρίς να αφήσει ίχνη το στρατόπεδο. Άφησα τη δουλειά του γεωπόνου και ασχολήθηκα με τη μουσική. Τελείωσα δι’ αλληλογραφίας τη Μουσική Σχολή του Ντονιέτσκ και δούλευα ως καθηγητής μουσικής. Παίζω σχεδόν όλα τα μουσικά όργανα. Και διάφορα είδη μουσικής. Από το 1966 δουλεύω και ως χορδιστής πιάνου.»
Μετά…
Την ιστορία του Τζελαλή δεν την ήξεραν ούτε οι δραστήριοι ακτιβιστές του Ελληνισμού στη Μαριούπολη. Σεμνός άνθρωπος, τι να πει σε μια κοινωνία που κάθε οικογένεια έχει τις δικές της τραγικές ιστορίες από πολέμους και διωγμούς;
«Σ’ αυτούς που ενδιαφέρονταν πώς ήταν μέσα σε ένα στρατόπεδο συγκέντρωσης, τους έλεγα. Είχαμε και μία οργάνωση των πρώην κρατουμένων. Ήμασταν πάνω από 20 άτομα, συζητούσαμε μεταξύ μας και γράφαμε σε εφημερίδες. Εγώ έγραφα στην τοπική ημερήσια εφημερίδα Πριαζόβσκι ραμηότσι. Όταν με κάλεσαν σε εκδηλώσεις μνήμης στο Νταχάου, έδωσα και συνέντευξη στη γερμανική τηλεόραση. Φέτος, ήταν και η Μέρκελ. Touc έπαιξα μουσική και διάβασα ποιήματά μου. Τελευταία, μίλησα στον εγγονό μου για το στρατόπεδο και αυτός έψαξε το όνομα Ζαχαριάδης στο ίντερνετ, βρήκε τον Σήφη (Αλεξέι) και επικοινώνησε μαζί του.»
Ποιήματα μνήμης
Ο Τζελαλή έστειλε στον Σήφη Ζαχαριάδη ένα ποίημά του, αντιφασιστικό, που αναφέρεται στην εμπειρία του στρατοπέδου. Και ο Σήφης, στην ταυτότητα Αλέξιος, παρέδωσε το ποίημα για μετάφραση στον Αλέξη Πάρνη, τον συγγραφέα που έγραψε, μεταξύ άλλων, τα έργα «Νησί της Αφροδίτης», «Ο διορθωτής», «Λεωφόρος Πάστερνακ» και, πρόσφατα, (από τις εκδόσεις Καστανιώτη), «Οδύσσεια των διδύμων», «Γεια χαρά, Νίκος» και «Ο άλλος εμφύλιος».
«Μακάρι να είχα αρχίσει να γράφω νωρίτερα», έλεγε με παράπονο ο Τζελαλή. Δεν είχε φανταστεί ότι θα μπορούσε να εκφραστεί τόσο καλά με αυτό τον τρόπο. Εκτός από τη μουσική, είχε δοκιμάσει τον εαυτό τους και στις μικροκατασκευές. Στο στρατόπεδο έφτιαχνε ταμπακιέρες με τα ξύλα καλής ποιότητας που περίσσευαν στο ξυλουργείο και δαχτυλίδια με μέταλλο από σωλήνες.
«Χρησιμοποιούσα διαφορετικά είδη ξύλου και διαφορετικού χρώματος. Για παράδειγμα, κολλούσα το καπάκι μαύρο και τα πλαϊνά άσπρα, και μου έκαναν πολλές παραγγελίες. Μαζί μας ήταν Τσέχοι και Πολωνοί κληρικοί, που είχαν πλούσιους ενορίτες απ’ έξω, που τους στέλνανε φαγητά και διάφορα γλυκά. Αυτοί δεν έδιναν τίποτα στους άλλους, αλλά έδιναν σ’ εμένα, ολόκληρη φραντζόλα ψωμί για μία ταμπακιέρα, που την έφτιαχνα σε δυο-τρεις ημέρες. Οι παπάδες καπνίζανε, και μερικές φορές ζητούσαν να σκαλίσω και κάποιο μονόγραμμα να γράψω κάτι πάνω στο καπάκι. Τα έφτιαχνα και έπαιρνα την φραντζόλα μου.
Παράλληλα, ο φίλος συγκροτούμενος Κόλια Οκόποβ, μεγαλύτερος μου, δούλευε τεχνίτης οξυγονοκολλητής στο εργοστάσιο και μου έφερνε κομμάτια από ανοξείδωτους σωλήνες, με τα οποία έφτιαχνα δαχτυλίδια, πολύ όμορφα. Μια φορά, ένας παπάς μου παρήγγειλε να του φτιάξω ένα σταυρό. Τον έφτιαξα, και πάνω του σκάλισα τον Ιησού και μου έδωσε τέσσερις φραντζόλες ψωμί. Αυτό το ψωμί το έκρυβα ανάμεσα στα τσουβάλια με το τσιμέντο, γιατί δεν μπορούσα να το περάσω στο στρατόπεδο· θα με ρωτούσαν πού το πήρα. Έδινα βεβαίως και στο φίλο μου απ’ αυτό το ψωμί. Αργότερα, οι φρουροί ανακαλύψανε τα δαχτυλίδια, γιατί μερικοί τα κρατούσανε κάτω από τα στρώματα.
Ένας είχε φτιάξει ένα κουτί όπου μάζευε διάφορα πράγματα. Εγώ δεν κρατούσα τίποτα μέσα, τα έκρυβα έξω από το στρατώνα.»
Στη Μαριούπολη, ο Τζελαλή μου έδωσε πολλά ποιήματά του, υπαρξιακά, λυρικά και κοινωνικά, για να αποδοθούν στα ελληνικά. «Τα ρώσικα είναι η καλύτερη γλώσσα για την ποίηση, δεν σε δεσμεύει για τη θέση της λέξης, δεν έχει άρθρα όπως τα ελληνικά και τα ιταλικά. Επίσης, τώρα πια δεν είναι τόσο δεσμευτική η ομοιοκαταληξία που κυριαρχεί από τον Πούσκιν και τον Μαγιακόβσκι μέχρι σήμερα. Ο Γιεφτουσένκο γράφει ελεύθερα, με “λευκούς στίχους” (χωρίς ρίμα). Εγώ καταλαβαίνω την ελληνική διάλεκτο της περιοχής, αλλά δεν μιλάω άνετα για να μπορώ να γράψω σ’ αυτή τη γλώσσα. Μεγαλωμένος στην πόλη είμαι. Αυτοί που ζουν στα χωριά μιλάνε περισσότερο. Όσο ζούσαν οι γονείς μου άκουγα τη διάλεκτο και καταλάβαινα. Στο στρατόπεδο, οι Έλληνες συγκροτούμενοι μού έμαθαν το “από πού είσαι;”». Εμείς, στη διάλεκτο, λέμε “πουχ είσαι; Από πιου μέρη ’σαι;”.
Οικογενειακά
Τα ελληνικά χωριά, στη στέπα της Αζοφικής, από τη Μαριούπολη ως το Ντονιέτσκ, έχουν πολλούς ήρωες του Μεγάλου Πατριωτικού Πολέμου, όπως τον αποκαλούν. Τα ονόματα των πεσόντων Ελλήνων δεν λείπουν από κανένα μεγαλοπρεπές μνημείο, πολλά από τα οποία έχουν σχεδιαστεί από εντόπιους Ρωμιούς γλύπτες. Σε μερικά, βλέπεις στη σειρά τα ονόματα ολόκληρων οικογενειών και συγγενών. Και από το σόι του Τζελαλή, ο Βλαδίμηρος δεν είναι το μόνο θύμα των ναζί.
«Ξάδερφός μου είναι ο Τάλαχ, ήρωας της Σοβιετικής Ένωσης, από το Μπουγάς· το σχολείο του χωριού έχει το όνομά του. Το επώνυμο της μητέρας μου ήταν Τάλαχ. Του έχω αφιερώσει ένα ποίημα. Ο παππούς μου είχε 18 παιδιά. Ζούσανε στο Μπουγάς. Και όλοι είχαν ταλέντο. Ο Τάλαχ ήταν γιος ενός από τους θείους μου, τελείωσε την παιδαγωγική σχολή και δούλευε δάσκαλος. Και όταν άρχισε ο πόλεμος πήγε στο μέτωπο εθελοντής. Τον γνώριζα καλά. Ήταν χειριστής πολυβόλου και διακρίθηκε στις μάχες για την απελευθέρωση της Κριμαίας. Σε μία μάχη εξουδετέρωσε πάνω από 300 Γερμανούς στρατιώτες και αξιωματικούς. Σκοτώθηκε ένα χρόνο μετά την παρασημοφόρησή του, στο μέτωπο, κοντά στο Τιλσίτ, στο Καλίνινγκραντ, κατά τη διάρκεια της διέλευσης του ποταμού Neman, πολύ μακριά από τη Μαριούπολη.»
Το «μυστικό»
Πλησιάζοντας στο τέλος της τρίωρης συζήτησής μας, που περιλάμβανε κι άλλες οικογενειακές ιστορίες του συνομιλητή μου, ο Τζελαλή μου εξέφρασε την επιθυμία να συναντήσει τον Σήφη Ζαχαριάδη, τον Αλεξέι, κάτι που και ο γιος του Νίκου Ζαχαριάδη επιθυμεί πολύ. Προς το παρόν, η επικοινωνία τους περιορίζεται στην ηλεκτρονική αλληλογραφία και την ανταλλαγή μηνυμάτων και ποιημάτων. «Χαίρομαι που τα παιδιά του Αλεξέι σπουδάζουν μουσική. Μόλις εκδοθεί η ποιητική μου συλλογή θα τη στείλω στον Αλεξέι. Του εύχομαι να είναι υγιής και να μεγαλώνει τα παιδιά του στο πνεύμα του Ελληνισμού.»
Τον ευχαρίστησα εκ βαθέων και του ζήτησα συγγνώμη για την πολύωρη απασχόληση. «Μα τι λες! Είμαι πολύ εργατικός, αντέχω.» Και πιο είναι το «μυστικό» της αντοχής σας; τον ρώτησα. «Δεν καπνίζω, δεν πίνω, αγαπάω τη ζωή – αυτά είναι. Κακές σκέψεις δεν πρέπει να κρατάς μέσα σου· αυτές σκοτώνουν τον άνθρωπο.»
(Ευχαριστίες στη φιλόλογο Ναταλία Μπάσενκο-Κόρμαλη για την απομαγνητοφώνηση και μετάφραση της συνέντευξης)
Στέλιος Ελληνιάδης
Αναδημοσίευση από ΔΡΟΜΟ της Αριστεράς 17/10/2015
Δευτέρα 12 Οκτωβρίου 2015
Μαρτυρία Βλαντίμιρ Ιβάνοβιτς Τζελαλή συγκρατούμενου του Νίκου Ζαχαριάδη στο Νταχάου
Με τον Νίκο Ζαχαριάδη: Ενας Ελληνας από τη Μαριούπολη, στο Νταχάου!
Ο Στέλιος Ελληνιάδης μιλά με τον Βλαντίμιρ Ιβάνοβιτς Τζελαλή, στην εμπόλεμη Ανατολική Ουκρανία – «Δρόμος της Αριστεράς»
Αναδημοσίευση από ΔΡΟΜΟ της Αριστεράς
Τετάρτη 5 Αυγούστου 2015
Να δοθούν στη δημοσιότητα όλοι οι φάκελοι Ζαχαριάδη
Η δήλωση της διευθύντριας των Ρωσικών Κρατικών Αρχείων Ν. Τομιλίνα, την άνοιξη του 2000 στη Θεσσαλονίκη: «η διευθύντρια των Ρωσικών Κρατικών Αρχείων, που την άνοιξη του 2000 βρέθηκε στη Θεσσαλονίκη, αποκάλυψε ότι οι Ρώσοι ΔΕΝ ΕΧΟΥΝ ΔΗΜΟΣΙΟΠΟΙΗΣΕΙ ΟΛΑ ΟΣΑ ΑΦΟΡΟΥΝ ΤΟΝ ΝΙΚΟ ΖΑΧΑΡΙΑΔΗ, και κυρίως ΤΑ ΝΤΟΚΟΥΜΕΝΤΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΣΥΝΘΗΚΕΣ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ ΤΟΥ!…
Η Τομιλίνα είπε ότι τα ντοκουμέντα για τις συνθήκες του θανάτου του «Αντικειμένου» έχουν διαβαθμιστεί ως «άκρως απόρρητα», και δεν επιτρέπεται η πρόσβασή τους μέχρις ότου αποχαρακτηριστούν…» (Λευτέρης Αποστόλου: Νίκος Ζαχαριάδης, σελ.15, εκδ. «Φιλίστωρ», Αθήνα 2000)
«Η κ. Τομιλίνα λέει ότι στα αρχεία της υπάρχουν ντοκουμέντα για τις σχέσεις του ΚΚΣΕ με το ΚΚΕ, όπως επίσης και για τον Νίκο Ζαχαριάδη. “Μερικά από αυτά έχουν αποχαρακτηριστεί και έχουν δημοσιευτεί απ' ότι ξέρω και στον ελληνικό Τύπο. Άλλα όμως παραμένουν απόρρητα. Ίσως με τον καιρό ανοίξουν και αυτοί οι φάκελοι, όπως και πολλοί άλλοι”, λέει.» («Καθημερινή», 10/8/2003)
«Οι φανατικοί οπαδοί του [Ζαχαριάδη] μέχρι σήμερα δεν πιστεύουν την εκδοχή της αυτοκτονίας και επιμένουν ότι ο Ζαχαριάδης δολοφονήθηκε από την Κ.G.B. Την εκδοχή τους ενίσχυσε η δήλωση της διευθύντριας των ρωσικών κρατικών αρχείων Ν. Τομιλίνα, η οποία ανέφερε ότι ο φάκελος του θανάτου του εξόριστου ηγέτη του ΚΚΕ παραμένει πάντα στα [ρωσικά] κρατικά αρχεία ως ''άκρως απόρρητος'', και αποκάλυψε ότι ''οι Ρώσοι δεν έχουν δημοσιοποιήσει όλα όσα αφορούν τον Νίκο Ζαχαριάδη και κυρίως τα ντοκουμέντα για τις συνθήκες του θανάτου του...''. Η Τομιλίνα πρόσθεσε ότι ''κάτι τέτοιο θα έβλαπτε τα εθνικά συμφέροντα της Ρωσίας...''.» (Γ. Λεονταρίτης: «Το τέλος του Νίκου Ζαχαριάδη» στο «Νίκος Ζαχαριάδης (1903-1973)» «Ελευθεροτυπία», Ε Ιστορικά, τ. 235, 6/5/2004, σελ. 49. Αναδημοσιεύτηκε στο «Νίκος Ζαχαριάδης, Άρης Βελουχιώτης, Νίκος Μπελογιάννης: βίοι παράλληλοι και... τεμνόμενοι», «Ελευθεροτυπία», Ε Ιστορικά, 2009, σελ. 63-64.)
Δευτέρα 3 Αυγούστου 2015
Επιστολή προς την Εισαγγελία Πλημμελειοδικών Αθηνών (15/2/1962)
Πρός τόν Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Αθηνών
Απευθύνομαι σε σάς με τήν παράκλησιν να μού κάνετε γνωστό άν εκρεμούν εναντίον μου κατηγορίες σχετικά με τήν κομμουνιστική επαναστατική μου δράση κατά τής αστοτσιφλικάδικης πλουτοκρατικής αντίδρασης και τής υποδούλωσης τής Ελλάδος στούς ξένους Αμερικανούς ιμπεριαλιστές.
Στίς δύσκολες στιγμές που περνά ο λαός μας και η παραμικρή συμβολή στόν αγώνα του για τήν λεφτεριά και τήν επιβίωσή του, τήν ειρήνη, τή δημοκρατία και τό σοσιαλισμό δέν πάει χαμένη.
Πιστέβω ότι η ανασκεβή και η ανατροπή και μπροστά στά στρατοδικεία ή τα ταχτικά δικαστήρια και τής ελάχιστης αντικομμουνιστικής συκοφαντίας και η υπεράσπιση τής επαναστατικής τιμής και υπόληψης τού λαού μας, είναι έργο χρήσιμο και αναγκαίο ιδιαίτερα σήμερα.
Εφόσο θα μού κάνετε γνωστό, ότι εναντίον μου εκρεμούν κατηγορίες και εφόσο θα μου δοθεί η δυνατότητα να γυρίσω στήν Ελλάδα είμαι έτοιμος και πάλι και μπροστά στήν καραμανλική δικαιοσύνη να κάνω το καθήκον μου απέναντι στο λαό που με γένησε και με δέχτηκε στίς γραμμές του σάν αγωνιστή του.
Διατελώ
Ν. Ζαχαριάδης
Μόσχα, 15 Φεβρουαρίου 1962
Στερνόγραφο. Μετά ένα μήνα θ' αποτανθώ στήν Ελληνική Πρεσβεία τής Μόσχας για να γνωρίσω τήν απάντησή σας
Παρμένο από : Καθημερινή, 06.04.2011
Τρίτη 7 Ιουλίου 2015
Nikos Zachariadis– der Held der nationalen Befreiungsbewegung des griechischen Volkes
Εφημερίδα «Neues Deutschland» (Fr. 17. April 1953, Jahrgang 8 / Ausgabe 89 / Seite 2): Νίκος Ζαχαριάδης – Ο ήρωας του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα του ελληνικού λαού