Ο λαός μας που πολεμά για τη δημοκρατία και την ανεξαρτησία, για να νικήσει τους ξένους ιμπεριαλιστές, που μαγαρίζουν τη χώρα μας και τους μοναρχοφασίστες λακέδες τους, που ξεπουλάν χονδρικά τον τόπο, πρέπει να φτιάσει το δικό του στρατιωτικό όργανο, που με τον ένοπλο αγώνα ενάντια στους ντόπιους και ξένους εκμεταλλευτές θα πραγματοποιήσει τη λαϊκή θέληση: θ’απελευθερώσει την Ελλάδα απ’ το πλουτοκρατικό μίασμα και την ξενική κατάχτηση, θ’ αποκαταστήσει την ανεξαρτησία μας, θα εγκαταστήσει και θα υπερασπίσει τη λαϊκή δημοκρατία. Ο μεγάλος Λένιν έγραφε: «Η πρώτη εντολή κάθενικηφόρας επανάστασης, - οι Μαρξ και Ένγκελς το τόνιζαν αυτό πολλές φορές- είπαν: να σπάσει τον παληό στρατό, να τον διαλύσει, να τον αντικαταστήσει με καινούργιον. Η καινούργια κοινωνική τάξη, που ανεβαίνει προς την κυριαρχία, δε μπορούσε ποτέ και δε μπορεί τώρα να πετύχει την κυριαρχία αυτή και να την στερεώσει παρά μόνον αποσυνθέτοντας ολότερα τον παληό στρατό…, παρά μόνον περνώντας την πιο δύσκολη, την πιο βασανιστική περίοδο δίχως κανένα στρατό…, παρά μόνο όταν βαθμιαία μέσα στο βαρύ εμφύλιο πόλεμο, δουλέψει τον καινούργιο στρατό, τη νέα πειθαρχία, τη νέα στρατιωτική οργάνωση της νέας τάξης».
Το λαϊκο-απελευθερωτικό μας κίνημα στην πρώτη, τη χιτλεροφασιστική κατοχή, μόνον όταν δημιούργησε το στρατιωτικό του όργανο, τον ΕΛΑΣ, μπόρεσε να πολεμήσει και ν’ αντιπαραταχτεί αποτελεσματικά στον καταχτητή. Και το καινούργιο λαϊκο-επαναστατικό μας κίνημα για την ανεξαρτησία και τη δημοκρατία, ενάντια στην αμερικανο-αγγλική στρατιωτική κατοχή και το μοναρχοφασισμό, μόνον όταν απόχτησε την ένοπλη δύναμή του, το Δ.Σ.Ε., άρχισε να χτυπά σοβαρά τους εχθρούς του λαού, να πιάνει γερά θεμέλια και να στερεώνει ατράνταχτα τις λαϊκο-απελευθερωτικές προοπτικές του.
Οι αντικειμενικές συνθήκες και δυνατότητες στην Ελλάδα είναι απόλυτα ευνοϊκές για το δημοκρατικό κίνημά μας, μια και η ξενική κατοχή και ο μοναρχοφασισμός μόνον εξανδραποδισμό, πείνα, εξαθλίωση και αφανισμό μπορούν να δώσουν στους εργαζόμενους, στα 95% απ’ τους κατοίκους στη χώρα αυτή. Όμως μην ξεχνάμε ότι έχουμε να κάνουμε με τον πιο επιθετικό, αρπαχτικό και ξεδιάντροπο ιμπεριαλισμό, το βορειοαμερικάνικο, που ενισχύει με όλη του τη δύναμη το μοναρχοφασισμό και παίρνει και ο ίδιος άμεσο μέρος στον εσωτερικό μας πόλεμο με τους αξιωματικούς του, για να συντρίψει το δημοκρατικό κίνημα του λαού μας και για να μετατρέψει την Ελλάδα σε αποικία του και σε πολεμικό του ορμητήριο. Έχουμε να υπερνικήσουμε πολλές δυσκολίες,να ξεπεράσουμε πολυάριθμα εμπόδια και να κερδίσουμε σκληρές μάχες για να νικήσουμε τελικά. Ο λαός μας στις λαϊκο-δημοκρατικές του επιδιώξεις είναι ακατανίκητος. Πρέπει όμως να δημιουργηθεί και το στρατιωτικό-πολεμικό εκείνο όργανο που θα ματαιώσει όλα τα υποδουλωτικά και εξοντωτικά σχέδια των ντόπιων και ξένων εκμεταλλευτών και που θα φέρει σε νικηφόρο τέλος την γιγαντιαία λαϊκή απελευθερωτική προσπάθεια. Μια τέτοια αποστολή, που ανάλογή της η Ελλάδα δε γνώρισε μέχρι σήμερα, μόνον ένας λαϊκός επαναστατικός στρατός μπορεί να την πραγματοποιήσει. Ένας στρατός λαϊκο-επαναστατικός στα ιδανικά του, στο ηθικό του, στην πολιτική, στην οργάνωση, τη στελέχωσή του, ένας στρατός με καινούργια συνειδητή αυστηρά στρατιωτική πειθαρχία, λαϊκός επαναστατικός στρατός στη στρατιωτική του επιστήμη, στην πολεμική του τέχνη, στη στρατηγική και την ταχτική του.
***
Βάζοντας στο Δ.Σ.Ε. σαν τελική αποστολή την απελευθέρωση της χώρας απ’ τον ξενικό και το μοναρχοφασιστικό ζυγό, ξεκινάμε απ’ τα υπάρχοντα σήμερα αντικειμενικά δοσμένα, από αυστηρά επιστημονικά βασισμένες δυνατότητες. Ο μοναρχοφασισμός έχει σήμερα την άμεση στρατιωτική συμπαράσταση των αγγλικών ένοπλων δυνάμεων, παίρνει απ’ τους αμερικάνους αξιωματικούς άμεση πολεμική βοήθεια, διαθέτει μια πολλαπλάσια αριθμητική και υλική υπεροχή, επεχτείνει την κυριαρχία του σε όλα τα αστικά κέντρα της χώρας και χρησιμοποιεί όλους τους κόμβους και τα κέντρα συγκοινωνίας, με κυρίαρχο έλεγχο στη θάλασσα και τον αέρα.
Ο Δ.Σ.Ε. εκφράζει τα πραγματικά συμφέροντα του λαού και της χώρας γι’ αυτό έχει και τη λαϊκή υποστήριξη, πράγμα που του δίνει και τη δυνατότητα να ριζώνει και να ελίσσεται σε ολόκληρη τη χώρα, σε όλες τις γωνιές της, να χτυπά παντού το μοναρχοφασισμό, που απέναντί του διαθέτει μια αναμφισβήτητη πολιτική ανωτερότητα και ηθική υπεροχή. Υστερεί όμως πολύ απ’ το μοναρχοφασισμό σε υλικό και σε αριθμό. Η υπεροχή του αντιπάλου οφείλεται αποκλειστικά και μόνο α) στο γεγονός ότι έχει την ολόπλευρη οικονομική, πολιτική, ηθική και υλική υποστήριξη απ’ τον αμερικανοαγγλικό ιμπεριαλισμό. β) Στο ότι, χάρη στην ένοπλο βρεττανική επέμβαση και ανάμιξη στην Ελλάδα, απ’ το Δεκέμβρη του 1944 πήρε με τη βία την εξουσία. Και διαθέτοντας τον κρατικό μηχανισμό, μπορεί με τη δολοφονική τρομοκρατία και με τον ολόπλευρο εκβιασμό που εξασκεί, να κινητοποιεί σοβαρές δυνάμεις στην πολεμική προσπάθειά του ενάντια στο δημοκρατικό λαό.
Αυτή την εικόνα έχουμε μπροστά μας όταν εξετάζουμε και αναλύουμε σήμερα τα στοιχεία που διαθέτουν οι αντίπαλοι για την ένοπλη αντιπαράθεση τούτο το χρόνο, αντιπαράθεση που ουσιαστικά δε σταμάτησε ποτέ, αφού ο Δ.Σ.Ε. δεν έπαψε ποτέ να χτυπά το μοναρχοφασισμό, μα που με τις επιθετικές ενέργειες που άρχισε, από κάμποσες βδομάδες τώρα ο εχθρός σε διάφορα σημεία, μπαίνει, η αντιπαράθεση αυτή, σε ένα πιο αποφασιστικό στάδιο.
Οι προθέσεις του εχθρού είναι γνωστές. Θέλει, όπως ήθελε και πέρυσι, με την αριθμητική και υλική υπεροχή του, να πετύχει τούτο το χρόνο εκείνο που δεν κατάφερε τον περασμένο: αποφασιστικό αποτέλεσμα.
Τι του αντιπαραθέτουμε εμείς; Ξεκινώντας απ’ τα δοσμένα, πρώτον, ότι ο εχθρός διαθέτει αριθμητική και υλική υπεροχή και δεύτερον ότι είναι υποχρεωμένος, το θέλει είτε όχι, να επιτεθεί για να πετύχει κάποιο αποτέλεσμα, γιατί το αποτέλεσμα αυτό είναι γι’ αυτόν πολιτικό ζήτημα ζωής για θανάτου, ο Δ.Σ.Ε. εφαρμόζει την ελιχτική, ενεργητική, αντάρτικη άμυνα, σα στρατηγική επιδίωξη που τείνει να φθείρει τόσο τον αντίπαλο ώστε να πετύχει τη χρειαζούμενη αλλαγή στο συσχετισμό των δυνάμεων, αλλαγή που θα επιτρέψει, στην κατάλληλη στιγμή, το πέρασμα απ’ τη στρατηγική άμυνα στη στρατηγική αντεπίθεση με σκοπό τη στρατηγική ανατροπή του εχθρού. Την αλλαγή αυτή προς όφελός μας στο συσχετισμό των δυνάμεων δεν πρέπει να την καταλαβαίνουμε μηχανικά, γενική και σε πανελλαδική κλίμακα. Επιδίωξή μας πρέπει να’ναι να πετύχουμε την αλλαγή αυτή στο κρίσιμο σημείο, που εμείς θα διαλέξουμε και στην κατάλληλη για μας στιγμή. Από δω βγαίνει και η εξαιρετική σημασία που έχει για τη στρατηγική αυτή επιδίωξή μας η με μικρές δυνάμεις και με αντάρτικη ταχτική αδιάκοπη παρενόχληση και φθορά του εχθρού σε τέτοιους ζωτικούς γι’ αυτόν χώρους και κόμβους όπου είναι υποχρεωμένος να κρατά πολλαπλάσιες, σε σύγκριση με τις δικές μας μικροομάδες, δυνάμεις, γιατί αν δεν το’ κανε αυτό θα εγκατέλειπε ή θα έχανε θέσεις, που χωρίς την κατοχή και τη διαφύλαξή τους δεν έχει τη δυνατότητα να πολεμήσει.
Ακριβώς σ’ αυτόν τον τομέα εκδηλώνεται ένα απ’ τα βασικά και κύρια χαρακτηριστικά γνωρίσματα που έχει ένας λαϊκός επαναστατικός στρατός: παρά το ότι σε σχέση με τον αντίπαλό του υστερεί πολλαπλάσια τόσο αριθμητικά όσο και απ’ την άποψη του υλικού, όμως χάρη ακριβώς στη λαϊκή επαναστατική ιδιότητά του, που τον δένει αδιάρρηχτα με το λαό, μπορεί να πολεμά με μικρές δυνάμεις σε όλες τις περιοχές της χώρας, γιατί παντού ο λαός τον υποστηρίζει και τον καλύπτει, πράγμα που ποτέ δε μπορεί να εφαρμόσει ή να πετύχει ένας αντιλαϊκός εκμεταλλευτικός στρατός, ξένος ή ντόπιος. Με τον τέτοιο πόλεμό του ο λαϊκός επαναστατικός στρατός πετυχαίνει την αναγκαία διάσπαση και φθορά στις εχθρικές δυνάμεις, πράγμα που επιτρέπει στο στρατό μας, στην κατάλληλη στιγμή, να εξασφαλίσει στο αποφασιστικό σημείο, που ο ίδιος θα διαλέξει, τον αναγκαίο συσχετισμό δυνάμεων για το πέρασμα στη στρατηγική αντεπίθεση, στην αποφασιστική ανατροπή, στο κυνήγημα και την εξόντωση ή αιχμαλωσία του αντιπάλου.
Η στρατηγική του αμερικανοαγγλικού ιμπεριαλισμού και του μοναρχοφασισμού είναι, παρά την μεγάλη αριθμητική και υλική υπεροχή που διαθέτει, αντιεπιστημονική και ανεδαφική, γιατί στηρίζεται και εξυπηρετεί πολιτική που κατεργάζεται το χαντάκωμα της Ελλάδας και τον εξανδραποδισμό του λαού μας. Αυτό στερεί το μοναρχοφασισμό από κάθε ηθική δικαίωση σ’ έναν πόλεμο λαϊκο-απελευθερωτικό, όπου περισσότερο από κάθε άλλο πόλεμο, ο ηθικός παράγοντας είναι για νίκη καθοριστικός και αποφασιστικός.
Αντίθετα, η στρατηγική του Δ.Σ.Ε. είναι επιστημονική και βιώσιμη, γιατί, παρ’ όλη την αριθμητική και υλική υστέρησή του, εξυπηρετεί την πολιτική του λαού, την πολιτική που απορρέει απ’ το λαό και ανταποκρίνεται απόλυτα στα συμφέροντά του, γιατί μόνο με την επικράτηση της πολιτικής αυτής μπορεί να υπάρξει και να σταθεί ανεξάρτητη, λεύτερη, δυνατή δημοκρατική Ελλάδα. Αυτό δίνει στο Δ.Σ.Ε. την ηθική εκείνη υπεροχή και ανωτερότητα, που είναι, σε τελευταία ανάλυση, η καθοριστική και αποφασιστική για τη νίκη. Μόνον όταν αξιοποιήσει εξαντλητικά την υπεροχή του αυτή, ο Δ.Σ.Ε. θα νικήσει τελικά. Αυτού βρίσκεται το «μυστικό» του όπλο. Και εδώ ακριβώς πέφτουν αποφασιστικά όξω, κάνουν «θανάσιμο αμάρτημα», όλοι όσοι, προσκολλημένοι σε αντιλαϊκές παραδόσεις και σε ξένες επιδράσεις, που μας έρχονται απ’ τον αστικό στρατό είτε απ’ την αρνητική πλευρά της κληρονομιάς του ΕΛΑΣ, παραγνωρίζουν ή υποτιμάν το ακαταμάχητο αυτό όπλο του ΔΣΕ, που αποτελεί τη βάση της ανωτερότητας και της υπεροχής του απέναντι στο μοναρχοφασισμό, το βασικό αγκωνάρι για τη νίκη.
Εδώ μπορούμε να προσθέσουμε και τούτο: Αν έχουμε δυσκολίες επισιτιστικές και στρατολογίας- και έχουμε πολλές, περισσότερες απ’ τις κανονικές, - αυτό οφείλεται όχι τόσο στη δουλειά του εχθρού, (άδειασμα χωριών κλπ) όσο στη διαστρέβλωση που γίνεται στη λαϊκο-δημοκρατική πολιτική μας από πολλά στελέχη και μαχητές μας, που πολλές φορές κάνουν πόλεμο σαν αστικός και όχι σαν λαϊκο-επαναστατικός στρατός και έτσι στερούν τον Δ.Σ.Ε.απ’ το σοβαρώτερο όπλο του: τους δεσμούς του με το λαό, αυτούς που του δίνουν την ακαταμάχητη ηθική υπεροχή απέναντι στον αντίπαλό του.Έτσι συχνά καταφέρνουμε με την κακή και αντιλαϊκή συμπεριφορά μας όχι μόνον τους παρασυρμένους απ’ τον αντίπαλο εργαζόμενους να μην κερδίζουμε με το μέρος μας, μα να χάνουμε είτε να ψυχραίνουμε ανθρώπους, που ιδεολογικά- πολιτικά είναι δικοί μας. Με τέτοια συμπεριφορά, είναι αυτονόητο, υποσκάφτουμε την πολιτική υπεροχή και την ηθική ανωτερότητα του Δ.Σ.Ε, οπότε διακινδυνεύουμε και την επιτυχία, μια και ο εχθρός είναι ακόμα αριθμητικά και υλικά σε καλύτερη από μας θέση. Να γιατί, για έναν λαϊκο-επαναστατικό στρατό, ζωτικό και αποφασιστικό είναι να διατηρεί και ν’ αναπτύσσει ακούραστα τους δεσμούς του με το λαό σαν την κύρια και βασική πηγή, προϋπόθεση για τη νίκη. Να γιατί στελέχη και μαχητές το ζήτημα αυτό πρέπει να το προσέχουν σαν τα μάτια τους. Να γιατί στο σημείο αυτό δεν πρέπει ν’ ανεχόμαστε κανένα στραπάτσο και παρέκκλιση.
***
Ξεκαθαρίζοντας σε γενικές γραμμές, όπως πιο πάνω, τη βασική κατεύθυνση της στρατηγικής μας επιδίωξης, πρέπει να τονίσουμε ότι η πραγματοποίησή της εξαρτάται και από μια σειρά άλλους παράγοντες. Η στρατιωτική επιστήμη και η πολεμική τέχνη (στρατηγική, επιχειρησιακή καθοδήγηση, ταχτική) έχουν τους νόμους και τους κανόνες τους. Η γνώση και η κατάχτησή τους είναι προϋπόθεση για τη νίκη. Χρειάζονται όμως βαθειά μελέτη, ζωντανή προσαρμογή και λαϊκο-επαναστατικό δημιουργικό εμπλουτισμό σε ανταπόκριση με τις δικές μας συγκεκριμένες συνθήκες. Τα εξαγόμενα για την ταχτική μας απ’ την στρατηγική διευκρίνιση των στρατιωτικοπολεμικών επιδιώξεών μας υπογραμμίζουν την εξαιρετική σημασία που έχουν για μας τέτοιες μορφές πάλης, όπως η ακούραστη φθορά του εχθρού παντού και πάντοτε, το αδιάκοπο σφυροκόπημά του στα νευραλγικά του σημεία, το φούντωμα της ένοπλης πάλης στις πόλεις, η δράση των ελεύθερων σκοπευτών και των σαμποταριστών, οι βαθειές καταδρομικές διεισδύσεις στα νώτα του εχθρού, η συστηματική διαφωτιστική και διαλυτική δουλειά μέσα στις γραμμές του κλπ. Βασικό χαρακτηριστικό γνώρισμα για την ταχτική μας πρέπει να’ ναι ο ελιγμός, η αδιάκοπη κίνηση, ο αιφνιδιασμός, πράγμα που προβάλλει μεγάλες απαιτήσεις τόσο στον αξιωματικό και το μαχητή μας όσο και σ’ ολόκληρο το τμήμα και το σχηματισμό. Αυτό δεν πρέπει να μας κάνει να ξεχνάμε την αποφασιστική σημασία, που έχει για να κερδηθεί μια μάχη, κάτω από ορισμένες συνθήκες, η ικανότητα σωστά να εχτιμάς και να εκμεταλλεύεσαι το έδαφος, καλά να οργανώνεις τις θέσεις σου.
Αυτή την πολεμική τέχνη πρέπει να μελετήσουμε, να τη διαπλάσουμε, να την καταχτήσουμε και αφομοιώσουμε, να την ενστερνιστούμε όλοι μας, τα στελέχη μας, στρατιωτικά και πολιτικά, οι μαχητές, ολόκληρος ο Δ.Σ.Ε. σαν ενιαίο, συνειδητό, πειθαρχημένο σύνολο. Αν την τέτοια πολεμική τέχνη την ενώσουμε με την πολιτικο-ηθική ανωτερότητα του μαχητή μας, με τον απαράμιλλο ηρωισμό και την αυτοθυσία του, τότε δημιουργούμε μια δύναμη που τίποτα δεν μπορεί να την νικήσει.
Εδώ, φυσικά, πρέπει να ξεπεράσουμε και να υπερνικήσουμε ορισμένες κακές, ξένες, επιδράσεις και κληρονομιές. Η «κλασική» αστική πολεμική τέχνη αποφθέγγεται ότι για να κάνεις πόλεμο και πολύ περισσότερο για να νικήσεις, πρέπει να’ χεις εξασφαλισμένη μια μαθηματικά καθορισμένη υλική και αριθμητική υπεροχή απέναντι στον αντίπαλό σου. Η ιστορία των επαναστατικών στρατών, στη Γαλλία στα 1793-98, στην Ελλάδα στα 1821, στη Σοβιετική Ρωσία στα 1917-22, στην Κίνα εδώ και είκοσι χρόνια συνέχεια κ.α. ανατρέπει ξώφθαλμα το τέτοιο αστικό, αντιδραστικό δόγμα. Στις μέρες και στη χώρα μας, μπροστά στα μάτια μας, ο μοναρχοφασισμός δύο χρόνια τώρα, παρά το ότι έχει εξασφαλισμένη την ανώτερη δυνατή αριθμητική και υλική υπεροχή, δε μπόρεσε να επιβληθεί γιατί απ’ το στρατιώτη του λείπει το πρωταρχικό: η πίστη, το ηθικό, ο δεσμός με το λαό.
Ο Στάλιν, έτσι εξηγούσε τις επιτυχίες που είχε ο Κόκκινος στρατός στα 1918 στο Τσαρίτσιν (τώρα Στάλινγκραντ) ενάντια στον Κρασνώβ: «Οι επιτυχίες του στρατού μας πριν απ’ όλα εξηγούνται απ’ τη συνειδητότητα και την πειθαρχία του. Οι στρατιώτες του Κράσνωβ ξεχωρίζουν για την καταπληχτική στενοκεφαλιά και την αμάθειά τους, για την πλήρη απόσπασή τους απ’ τον εξωτερικό κόσμο. Δεν ξέρουν για τι πράγμα πολεμούν. «Μας διάταξαν και μεις είμαστε υποχρεωμένοι να πολεμάμε», απαντάν στην εξέταση όταν πιάνονται αιχμάλωτοι. Άλλο πράγμα είναι ο κόκκινός μας φαντάρος. Περήφανα λέει ότι είναι στρατιώτης της επανάστασης, ότι πολεμά όχι για τα κέρδη των κεφαλαιοκρατών, μα για την απελευθέρωση της Ρωσίας, το ξέρει αυτό και πάει θαρραλέα στη μάχη με ανοιχτά τα μάτια. Η δίψα για την τάξη και την πειθαρχία ανάμεσα στους κόκκινους φαντάρους φτάνει σε τέτοιο σημείο, που όχι σπάνια οι ίδιοι τιμωρούν τους «ανυπάκουους» και τους λίγο πειθαρχημένους συντρόφους των». Ο Δ.Σ.Ε. στο δρόμο του ακολουθά το παράδειγμα αυτού το στρατού και ξεριζώνει τις ξένες επιδράσεις και τις κακές παραδόσεις που συχνά για φορείς τους έχουν τους μόνιμους αξιωματικούς που μας ήρθαν και μας έρχονται απ’ τον αστικό στρατό. Οι αξιωματικοί αυτοί κατέχουν πολύτιμες τεχνικές γνώσεις, πρόσφεραν πολλά στον ΕΛΑΣ και βοηθάν σήμερα ουσιαστικά στη δημιουργία του Δ.Σ.Ε. Ο Λένιν το Νοέμβρη του 1918 μιλώντας για την χρησιμοποίηση απ’ τον Κόκκινο στρατό αξιωματικών απ’ τον παληό ρούσσικο στρατό είπε «αν δεν τους πέρναμε στην υπηρεσία μας…δε θα μπορούσαμε να φτιάσουμε στρατό». Αυτό έχει και για μας την αξία του, όπως και το άλλο, που είπε πάλι ο Λένιν για τους πολιτικούς επιτρόπους: «Χωρίς τον πολιτικό επίτροπο δε θα’χαμε Κόκκινο στρατό».
Αυτήν ακριβώς την ενότητα χρειάζεται και ο Δ.Σ.Ε. Ενότητα της στρατιωτικής επιστήμης και της πολεμικής τέχνης με την πολιτική συνειδητότητα και το λαϊκό-επαναστατικό ηθικό. Ο καλός στρατιωτικός μαζί με τον καλό πολιτικό επίτροπο, σαν μια ενότητα και προσωπική ακόμα, όπου είναι αυτό δυνατό.
Όταν μπορέσουμε να αξιοποιήσουμε εξαντλητικά τους δύο αυτούς παράγοντες που για μας είναι ένα αδιαίρετο σύνολο, τότε εξασφαλίζουμε ατράνταχτα τις προϋποθέσεις της νίκης. Σ’ αυτόν το δρόμο στέκει κιόλας ακλόνητος ο Δ.Σ.Ε. Καθήκον όλων μας είναι, δεκαπλασιάζοντας τις προσπάθειές μας, να επιταχύνουμε όσο μπορεί την πορεία του προς το τέρμα.
Απρίλης 1948
Περιοδικό «Δημοκρατικός Στρατός», τεύχος 4
Μηνιάτικο Στρατιωτικό-Πολιτικό Όργανο του Γενικού Αρχηγείου του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας